Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Η παιδεία και ο πολιτισμός νικούν το φόβο

«Η παιδεία και ο πολιτισμός νικούν το φόβο» - Συνέντευξη του Β. Θεοδωρόπουλου στην Εποχή




 
"Το χειρότερο πράγμα είναι ο φόβος και θεωρώ πολιτικά και ανθρώπινα αναξιοπρεπές και απαράδεκτο να πανικοβάλλουν τον κόσμο για να επιβληθούν"


Το Θέατρο του Νέου Κόσμου για την παρθενική του εμφάνιση στην Επίδαυρο διαλέγει τις «Εκκλησιάζουσες». Ο σκηνοθέτης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος επανέρχεται στον Αριστοφάνη έπειτα από επτά χρόνια, με ένα έργο του ποιητή στο οποίο αυτός καταδικάζει την κατάρρευση παραδοσιακών πολιτικών αξιών (συμμετοχή, ενδιαφέρον και αγάπη για την πόλη, προτεραιότητα των συμφερόντων της πόλης, ανιδιοτέλεια), την έκπτωση δηλαδή της έννοιας του πολίτη. Τι θα μπορούσε να είναι περισσότερο τρομαχτικό και επικίνδυνο για την πατριαρχική κοινωνία της Αθήνας, όταν οι Αθηναίοι άνδρες πολίτες εγκαταλείπουν την πολιτική ή βλέπουν τη συμμετοχή στη Βουλή μόνο για να κερδίσουν τη χρηματική αποζημίωση; Μα -ω φρίκη!- να πάρουν την εξουσία οι γυναίκες και να ανατρέψουν κάθε δεδομένο στη ζωή της πόλης. Ο Θεοδωρόπουλος «διαβάζει» τις «Εκκλησιάζουσες» μέσα από τη σύγχρονη πολιτική συγκυρία και προβληματίζεται για την πολιτική πρόταση που πρέπει να διατυπωθεί με τόλμη και ευαισθησία, χωρίς αγκυλώσεις και χωρίς επικίνδυνους ισοπεδωτισμούς.

Τη συνέντευξη πήρε η Μαρώ Τριανταφύλλου (maro33@otenet.gr)


Κ. Θεοδωρόπουλε, επιστρέφετε στον Αριστοφάνη μετά από επτά χρόνια. Στους «Αχαρνής» είχατε μείνει πιστός στο κείμενο του Αριστοφάνη -που παρουσιάστηκε σε μια γόνιμη μετάφραση του Παντελή Μπουκάλα- ενώ τώρα, αλλάζετε γραμμή πλεύσης και περνάτε σε μια διασκευή δια χειρός του συνεργάτη σας Βασίλη Μαυρογεωργίου.

Πράγματι, γιατί στους «Αχαρνής» δεν χρειαζόταν να γίνει επέμβαση στο κείμενο. Ο Δικαιόπολις φτιάχνει ένα δικό του κράτος στα όρια του χωραφιού του διαφωνώντας με το κράτος της Αθήνας και τον πόλεμο με την Σπάρτη. Είναι από μόνο του μια αναγνωρίσιμη κατάσταση, μια κριτική στον πόλεμο και την κακή λειτουργία της πόλης. Στις «Εκκλησιάζουσες», όμως, κάνει μια ανατρεπτική για τα δεδομένα της εποχής του υπόθεση: οι Αθηναίοι τα έκαναν… μπάχαλο, αν έπαιρναν οι Αθηναίες την εξουσία, τι θα γινόταν; Υπάρχουν πολιτικές αντιστοιχίες με την εποχή μας, με την Ελλάδα του σήμερα. Όμως, αν ζούσε ο Αριστοφάνης τώρα, θα έπρεπε να ξαναδεί το κείμενό του. Το κωμικό στοιχείο από την εξέγερση των γυναικών δεν γίνεται κατανοητό σήμερα, γιατί οι γυναίκες δεν ζουν απομονωμένες στο σπίτι τους, δουλεύουν, παίρνουν μέρος στη δημόσια ζωή, έχουν πολιτική δραστηριότητα, υψηλά αξιώματα… Χρειαζόταν, λοιπόν, μια διασκευή για την, ας πούμε, επικαιροποίηση του κειμένου. Την έκανε ο Βασίλης Μαυρογεωργίου αφού συζητήσαμε πολύ τι ήθελα να δώσω στην παράσταση.

Τι σας έκανε να διαλέξετε από όλες τις αριστοφανικές κωμωδίες ειδικά τις «Εκκλησιάζουσες»;

Η επιλογή έγινε πριν από δύο χρόνια… Όσο περνούσε ο καιρός έβλεπα πόσο συγγενικό ήταν το κλίμα του έργου με αυτό της σύγχρονης Ελλάδας. Με γνώμονα αυτή την αναλογία διαμορφώσαμε και τη διασκευή, που ήθελε μεγάλη προσοχή για να μην πέσουμε σε επιθεωρησιακές ευκολίες –και το λέω αυτό μολονότι λατρεύω την επιθεώρηση ως είδος. Όμως το κείμενο πρέπει να αναφέρεται στο σήμερα υπαινικτικά, όχι αλλάζοντας τα ονόματα των πολιτικών της αρχαιότητας με άλλα που θυμίζουν ή ανακαλούν τους σύγχρονους. Είπαμε υπάρχουν αναλογίες ακόμα και ομοιότητες αλλά δεν ταυτίζονται ούτε οι εποχές ούτε οι καταστάσεις ούτε τα πρόσωπα.

Η Πραξαγόρα προφητεύει

Στην παράστασή σας η Πραξαγόρα ταξιδεύει στο χρόνο και βλέπει τις γυναίκες του σήμερα…

Ναι, η Πραξαγόρα μας έχει προφητικές ικανότητες. Μιλά στις συντρόφισσές της για τις γυναίκες του μέλλοντος, αλλά φυσικά απευθύνεται στις σύγχρονες γυναίκες, ζητώντας τους να μη χάσουν την ιδιαιτερότητα και την ευαισθησία τους, όταν αναλαμβάνουν νευραλγικά πόστα, θέσεις εξουσίας. Να κρατήσουν τα θηλυκά στοιχεία… Μια γυναίκα ξέρει να αγκαλιάσει, να προστατεύσει, εκφράζει τα συναισθήματά της… Είναι στοιχεία που θαυμάζω στις γυναίκες. Στην εποχή μας ένα μεγάλο ποσοστό γυναικών για να τα βγάλουν πέρα στην ανδροκρατούμενη κοινωνία μας, αναγκάζονται ή επιλέγουν να μεταμφιεστούν εσωτερικά σε άντρες για να μπορέσουν να πετύχουν αυτό που θέλουν. Αυτό σημαίνει ότι αφαιρούν τη θηλυκή τους πλευρά εσωτερικά. Η Πραξαγόρα μας θέλει να προστατεύσει τις γυναίκες να μη χάσουν την θηλυκότητά τους, με τον τρόπο που την σκιαγράφησα προηγουμένως.

Παρουσιάζετε, λοιπόν, την Πραξαγόρα ως ένα εναλλακτικό τύπο πολιτικού και τη δράση της ως μια εναλλακτική πολιτική πρόταση;

Πρέπει να αναζητήσουμε εναλλακτικούς τρόπους στη διακυβέρνηση του κράτους. Ο δικομματισμός και η οικογενειοκρατία μας έχουν διαλύσει. Χρειάζεται μια άλλη αντιμετώπιση συνολικά και πιστεύω με πολλή θέρμη ότι μόνο η Αριστερά και δη η ανανεωτική ριζοσπαστική Αριστερά μπορεί να το πραγματώσει.

Πάντα με εντυπωσίαζε το γεγονός ότι ο αριστοκρατικός, ο συντηρητικός Αριστοφάνης ενέπνεε αριστερούς καλλιτέχνες που περνούσαν μέσα από τα έργα του μηνύματα ανατροπής…

Ξέρετε δεν βλέπω τον Αριστοφάνη ως συντηρητικό. Οι σύγχρονοι όροι δεν καλύπτουν τον αρχαίο κόσμο. Αλλά, για να το πω κι αλλιώς, ο Αριστοφάνης είναι σαν το Χατζηδάκι, δήλωνε δεξιός αλλά έχει πει μερικά από τα ευφυέστερα αριστερής άποψης πράγματα στον 20ό αιώνα. Ο Αριστοφάνης έχει μια αναρχική πλευρά.

Υπονομεύει τελικά την Πραξαγόρα, οι πολιτικές της προθέσεις στην πραγμάτωσή τους καταντούν καρικατούρες… Η περίφημη σκηνή με τις γριές είναι ανελέητη…

Ομολογώ ότι με δυσκόλεψε αυτή η σκηνή. Η κοινοκτημοσύνη και η ισότητα στην απόλυτη εφαρμογή τους οδηγεί σε ισοπεδωτισμό. Δεν είναι ισότητα στον έρωτα να επιβάλεις σε ένα νέο άνθρωπο να έχει ερωτικές σχέσεις με ένα ηλικιωμένο. Ουσιαστικά ο ποιητής απευθύνεται στους άνδρες της εποχής του και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: αν δεν αλλάξετε στάση ζωής, λέει, θα κυβερνήσουν οι γυναίκες και τότε όλα θα καταρρεύσουν, ιεραρχία, οικογένεια… Θα ήταν πολύ σεξιστικό να βάλω άσχημες γυναίκες να παίξουν τους ρόλους. Προτίμησα μια λύση αριστοφανική και μέσα στην παράδοση του αρχαίου θεάτρου. Άντρες έπαιξαν την σκηνή. Δεν ήθελα, όμως, όλη την παράσταση με άντρες. Εξασφάλιζα ίσως περισσότερο γέλιο με τον τραβεστισμό αλλά θα χανόταν η ουσία: έπρεπε να είναι γυναίκες πραγματικές αυτές που κάνουν την, ας πούμε, επανάσταση.

Στην κρίση έχουμε περισσότερη ανάγκη την τέχνη

Στη μνημονιακή Ελλάδα έχουμε πια ανθρωπιστική κρίση… Είναι πολυτέλεια να μιλάμε για τέχνη, για πολιτισμό;

Ίσα-ίσα, μια χώρα σε κρίση έχει περισσότερη ανάγκη την τέχνη, τον πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι το γοητευτικό περιττό, που δίνει αξία και νόημα στη ζωή. Ο άνθρωπος δίνει μια μάχη όλη του τη ζωή να συγκρατήσει το κτήνος μέσα του. Ο πολιτισμός και η παιδεία μάς βοηθούν να συγκρατούμε, να ελέγχουμε, να πατάσσουμε το άγριο κτήνος μέσα μας, που δεν αντέχει το διαφορετικό και το αδύναμο. Κάνει τον άνθρωπο να μη φοβάται, γιατί το σύστημα επιβάλλει το φόβο, κυβερνά με το φόβο. Γι’ αυτό η επένδυση μιας κοινωνίας στον πολιτισμό είναι αναγκαία. Ο Λένιν, σε μια στιγμή που δεν υπήρχαν ξύλα για να ζεσταθούν οι άνθρωποι, έφτιαχνε χαρτί για να τυπώσει και να μοιράσει ποιήματα στο λαό.

Τι είναι αυτό που σας ενοχλεί περισσότερο;

Πάρα πολλά. Ένα ωστόσο με πονάει πολύ: πόσο ταπεινωμένοι νιώθουν οι άνθρωποι. Έβλεπα τις προάλλες μια κυρία στην τηλεόραση που με μεγάλη αξιοπρέπεια μιλούσε για την αδυναμία της να πάρει τα φάρμακά της, τριάντα χρόνια πλήρωνα ένσημα, είπε, είναι πολύ προσβλητικό αυτό που μου κάνουν. Έτσι απλά, μίλησε με αξιοπρέπεια για προσβολή. Μαζί με τα αδιέξοδα και την απελπισία, αυτό οδηγεί σε κατάθλιψη, σε αυτοκτονίες.

Υπάρχει ελπίδα;

Για μένα πολύ μεγάλη. Αντιμετωπίζω πάντα τη ζωή με αισιοδοξία. Η συμμετοχή μου στα κοινά είναι από αισιοδοξία και όχι μόνο από θυμό, μολονότι, για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω πως ο θυμός σε οδηγεί σε θετικά συναισθήματα, στην αισιοδοξία. Το χειρότερο πράγμα είναι ο φόβος και θεωρώ πολιτικά και ανθρώπινα αναξιοπρεπές και απαράδεκτο να πανικοβάλλουν τον κόσμο για να επιβληθούν. Κι όμως είδατε ότι δεν το κατάφεραν. Παρά την εκστρατεία φόβου -και παρόλο που ο κόσμος φοβήθηκε πράγματι- έδωσε ένα μεγάλο ποσοστό στο ΣΥΡΙΖΑ, όχι τέτοιο που να τον κάνει κυβέρνηση αλλά τόσο σημαντικό για να συνεχίσει με ορμή και συλλογικότητα την πολιτική δουλειά του.


Πηγή: Η Εποχή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου