Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2015

Κρίση της Παιδείας ή Παιδεία της κρίσης;

Κρίση της Παιδείας ή Παιδεία της κρίσης;

08:22 | 08 Οκτ. 2015
Γιάννης Μυλόπουλος
Η Δημοκρατία βλάπτει σοβαρά την Παιδεία; Το καταλυτικό ιδεολόγημα για τη διάλυση των πανεπιστημίων, ήταν αυτό που ήθελε το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα να είναι... τρίτης κατηγορίας. Το ιδεολόγημα αυτό, διά στόματος του ίδιου του τότε πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στους Δελφούς, όπου είχε προσκαλέσει τους πρυτάνεις προκειμένου να τους παρουσιάσει το νέο, τότε, νομοθέτημα για τα πανεπιστήμια, έδωσε το άλλοθι για την αλλαγή υποδείγματος στην ανώτατη εκπαίδευση, η οποία επιτεύχθηκε με την ψήφιση, από το σύνολο των μετέπειτα μνημονιακών δυνάμεων, του γνωστού ως νόμου Διαμαντοπούλου.
Το νομοθέτημα αυτό, που αντέγραψε το μοντέλο των ιδιωτικών πανεπιστημίων πέραν του Ατλαντικού, ένα μοντέλο δηλαδή αυταρχικό, αντιδημοκρατικό και συγκεντρωτικό, στηρίχθηκε σε ένα ακόμη νεοφιλελεύθερο ιδεολόγημα: Αυτό που έβλεπε τη Δημοκρατία σαν τον μεγάλο ανταγωνιστή της Παιδείας. Όλα τα δεινά του εκπαιδευτικού συστήματος αποδόθηκαν στις ακαδημαϊκές ελευθερίες και την εσωτερική δημοκρατία, σε πείσμα της Ευρωπαϊκής παράδοσης, που αναγορεύει τη Δημοκρατία σε αναγκαία προϋπόθεση για κάθε πνευματική δημιουργία.

Ο... Οργουελικός νόμος Διαμαντοπούλου
Ο δρόμος ήταν πλέον ανοικτός για την κατάλυση της αυτοδιοίκησης, των ακαδημαϊκών ελευθεριών και της εσωτερικής δημοκρατίας στα πανεπιστήμια. Τα οποία, σύμφωνα με το νόμο Διαμαντοπούλου, θα διοικούνταν στο εξής σαν ιδιωτικοί οργανισμοί, από Διοικητικά Συμβούλια, τα οποία θα διόριζαν και τις υπόλοιπες βαθμίδες της πανεπιστημιακής διοίκησης. Οι άμεσες και δημοκρατικές εκλογές για την ανάδειξη των πανεπιστημιακών αρχών και η εκπροσώπηση της πανεπιστημιακής κοινότητας και των ακαδημαϊκών μονάδων στα συλλογικά όργανα διοίκησης, σύμφωνα με αυτό το ιδεολόγημα ενοχοποιήθηκαν και γι αυτό καταργήθηκαν.
Στο σημείο αυτό και για να γίνει κατανοητό το μέγεθος του αυταρχικού, αντιδημοκρατικού και αντιακαδημαϊκού πνεύματος του συγκεκριμένου νομοθετήματος, ας δούμε τι θα σήμαινε η εφαρμογή ενός συστήματος ανάλογου με το νόμο Διαμαντοπούλου στην πολιτική ζωή της χώρας.
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι στο όνομα των προβλημάτων και παθογενειών του πολιτικού συστήματος και συγκεκριμένα του κομματισμού, της διαφθοράς και της διαπλοκής, ένας «φωτισμένος μεταρρυθμιστής», με πρόσχημα την εξυγίανση και τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής ζωής, εφαρμόζει έναν... καινοτόμο εκλογικό νόμο, σύμφωνα με τον οποίο η άμεση, καθολική και δημοκρατική ψηφοφορία στις εθνικές εκλογές καταργείται και στη θέση της εισάγεται ένα σύστημα έμμεσης ανάδειξης των εκάστοτε κυβερνήσεων.
Για το σκοπό αυτό ένα Συμβούλιο Σοφών, αποτελούμενο κατά το ήμισυ από έλληνες πολιτικούς και κατά το υπόλοιπο από διορισμένες από αυτούς διεθνείς προσωπικότητες, αναλαμβάνει να αναδείξει την επόμενη πολιτική ηγεσία της χώρας. Προκηρύσσει αυτό λοιπόν το Συμβούλιο εκλογές και μετά από αξιολόγηση των προγραμματικών θέσεων και συνέντευξη με τους υποψήφιους πρωθυπουργούς, απορρίπτει εκείνους που κατά τη γνώμη του δεν πληρούν τις προδιαγραφές που το ίδιο θέτει για τη διακυβέρνηση της χώρας. Καταλήγει έτσι στην προεπιλογή τριών υποψήφιων πρωθυπουργών, τους οποίους και παραδίδει στους πολίτες προκειμένου να επιλέξουν μεταξύ αυτών, εκείνον που θα τους κυβερνήσει. Ο πρωθυπουργός δηλαδή της χώρας, σύμφωνα με αυτή τη... μεταρρύθμιση, θα είναι υποχρεωτικά ένας εκ των τριών εκλεκτών ενός Συμβουλίου Σοφών.
Αυτό το κατά τα άλλα… Οργουελικό σύστημα διοίκησης έφερε στα πανεπιστήμια ο νόμος Διαμαντοπούλου. Ο οποίος είναι σαφές ότι διαπνέεται από το δόγμα: «Η Δημοκρατία βλάπτει σοβαρά τα πανεπιστήμια».

Ο θεσμός των Συμβουλίων Ιδρύματος
Τα Συμβούλια Ιδρύματος που θέσπισε ο νόμος Διαμαντοπούλου ως το κορυφαίο όργανο στη νέα διοικητική πυραμίδα, αφού αυτά διορίζουν στην ουσία την ηγεσία των ΑΕΙ, πρυτάνεις και κοσμήτορες, διά της μεθόδου του αποκλεισμού των «ανεπιθύμητων», θα μείνουν στην ιστορία ως ο μοναδικός πανεπιστημιακός θεσμός που λειτούργησε ερήμην της πανεπιστημιακής κοινότητας, η οποία ουδέποτε τα ενσωμάτωσε στους κόλπους της. Γι αυτό και μόνιμη αγωνία τους ήταν η αναζήτηση ασφαλών χώρων, εντός και εκτός πανεπιστημίων, προκειμένου να συνεδριάζουν εν κρυπτώ...
Ακόμη θα μείνουν στην ιστορία ως ο θεσμός εκείνος που έβλεπε τα πανεπιστήμια να καταρρέουν από την ακολουθούμενη πολιτική της λιτότητας και σαν άλλοι Νέρονες, θαύμαζαν από μακρυά την καταστροφή. Προφανώς σε ένδειξη… ευγνωμοσύνης προς τις κυβερνήσεις στις οποίες όφειλαν την ύπαρξή τους, δεν έβγαλαν άχνα για τη συρρίκνωση και την οικονομική κατάρρευση που υπέστη η ανώτατη εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια. Όσο για την πολιτική της διαθεσιμότητας των έτσι κι αλλιώς ελάχιστων διοικητικών τους υπαλλήλων, την αντιμετώπισαν σαν μια πρώτης τάξης ευκαιρία εκσυγχρονισμού των πανεπιστημίων...
Τα Συμβούλια ακόμη, θα μείνουν στην ιστορία ως οι μοναδικοί θεσμοί που δημιουργήθηκαν στο όνομα της αυτοδιοίκησης και θεσμοθετήθηκαν ως όργανα... ετεροδιοίκησης. Αφού κατά το ήμισυ στελεχώθηκαν, δια διορισμού, από εξωτικά μέλη, ξένα με την πανεπιστημιακή κοινότητα και άσχετα με τη διοικητική πρακτική.
Όσο για τους... λαμπρούς επιστήμονες από το εξωτερικό που πλαισίωσαν τα πρώτα Συμβούλια, αυτοί, χωρίς πιθανόν να το γνωρίζουν, έπαιξαν ρόλο άλλοθι και προπετάσματος καπνού στην επιχείρηση κυβερνητικής άλωσης των πανεπιστημίων. Αφού στη συντριπτική τους πλειοψηφία, μπορεί να ήταν άριστοι, πράγματι, επιστήμονες, δεν μπόρεσαν όμως να προσφέρουν τα αναμενόμενα, καθώς ήταν παντελώς ξένοι τόσο με το σύνθετο έργο της διοίκησης, όσο όμως και με την πολύπλοκη και πολυσχιδή ελληνική πραγματικότητα. Ο απρόκλητα αντιδημοκρατικός άλλωστε τρόπος της ανάδειξής τους, λειτούργησε υπέρ της δημιουργίας δικτύων διαπλοκής και σχέσεων εξάρτησης εντός των Συμβουλίων.
Έτσι, οι… λαμπροί ξένοι επιστήμονες έφυγαν όπως ήρθαν, αφού οι προβλέψεις του νόμου Διαμαντοπούλου, δυστυχώς, τους ήθελαν σαν διακοσμητικά στοιχεία. Ούτε τα πανεπιστήμια ωφελήθηκαν από την παρουσία τους, ούτε όμως και οι ίδιοι μπόρεσαν να αφήσουν το ίχνος τους σε αυτά. Κι αυτό γιατί τα εσωτερικά, κατά κύριο λόγο, μέλη των Συμβουλίων, αναλώθηκαν σε παιχνίδια εξουσίας σε βάρος των εκλεγμένων πανεπιστημιακών αρχών. Η υπεροψία με την οποία πολιτεύτηκαν, δικαιολογεί απολύτως το άδοξο τέλος που τους επιφυλάσσει η κυβέρνηση της Αριστεράς.

Η επαναφορά στη δημοκρατική ομαλότητα
Ο νόμος Διαμαντοπούλου θα μείνει στην ιστορία ως μια μάταιη, όπως αποδεικνύεται σήμερα, εκ του αποτελέσματος, προσπάθεια δημοκρατικής απονομιμοποίησης των Πανεπιστημίων. Αφού κανένα από τα κορυφαία όργανα της πανεπιστημιακής διοίκησης, (Συμβούλιο Ιδρύματος, Πρύτανης, Αντιπρυτάνεις, Κοσμήτορες), σύμφωνα με τις προβλέψεις αυτού του κραυγαλέα αντιδημοκρατικού νόμου, δεν εκλέγεται με άμεση, καθολική και δημοκρατική ψηφοφορία, σε αντίθεση με τις δημοκρατικές πανεπιστημιακές παραδόσεις του Ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Όσον αφορά δε το δήθεν κενό που θα δημιουργήσει η κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρύματος, η επαναφορά των αρμοδιοτήτων που τους αποδόθηκαν στη Σύγκλητο και τους εκλεγμένους με δημοκρατικό, στο εξής, τρόπο πρυτάνεις και αντιπρυτάνεις, θα συμβάλει καθοριστικά ώστε να επανέλθουν τα πανεπιστήμια σε τροχιά δημοκρατίας, αυτοδιοίκησης και ομαλής ακαδημαϊκής λειτουργίας.
Ο θεσμός άλλωστε του εποπτικού Συμβουλίου που χρειάζονται πράγματι τα ελληνικά πανεπιστήμια και που ισχύει στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, ουδεμία σχέση έχει με την αυταρχική, αντιδημοκρατική και συγκεντρωτική θέσπιση των Συμβουλίων του νόμου Διαμαντοπούλου.

Η κρίση της Παιδείας αναπαράγει την κρίση
Η Παιδεία, λοιπόν, δεν είναι το θύμα της οικονομικής κρίσης, όπως εντέχνως εμφανίζεται. Η συστηματική θεσμική απαξίωσή της είναι προϊόν συγκεκριμένης πολιτικής κατεύθυνσης, που εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σχεδιασμό αυταρχικής αντίληψης και νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, που αποσκοπούν στην ιδιωτικοποίηση του δημόσιου χώρου και στην εμπορευματοποίηση των δημόσιων αγαθών. Αυτή η πολιτική είναι μια από τις κύριες αιτίες της κρίσης και συγχρόνως ένα από τα κύρια συμπτώματα που παράγουν κρίση σε όλα τα επίπεδα.
Αντί λοιπόν να αναφερόμαστε στην κρίση της Παιδείας, είναι ορθότερο να συζητούμε για την Παιδεία που αναπαράγει την κρίση.
Για να μπορέσει λοιπόν η Παιδεία να διαδραματίσει το ρόλο της, να οδηγήσει δηλαδή την Ελλάδα στο δρόμο της ανάπτυξης και της ευημερίας, όπως συνέβη και στις υπόλοιπες περιπτώσεις χωρών που βγήκαν από την κρίση, θα πρέπει να επανέλθουν τα πανεπιστήμια σε τροχιά δημοκρατικής ομαλότητας. Αυτή είναι η προϋπόθεση για να γίνουν και πάλι τα πανεπιστήμια πεδία ελεύθερης σκέψης και ελεύθερης έκφρασης, χώροι δηλαδή πνευματικής δημιουργίας και εργαστήρια παραγωγής και μετάδοσης της επιστημονικής γνώσης.
* Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι καθηγητής, τ. πρύτανης ΑΠΘ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου