16.09.14
Αμμόλοφοι
Δεν
μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους: λόφοι ολόκληροι ψιλής άμμου, ο ένας
δίπλα στον άλλο, σε όλο το μήκος του χωματόδρομου! Πιο πέρα οι λόφοι
συνεχίζονταν, αλλά από άσπρο χαλίκι, ίδια κουφέτα γάμου! Τι σήμαιναν όλα αυτά;
Γιατί, φυσικά, δεν τα είχαν ξεφορτώσει εκείνα τα τεράστια φορτηγά για νάχουν
υλικό για παιχνίδι όλοι οι μπόμπιρες στο κεφαλοχώρι! Τα φορτηγά πηγαινοέρχονταν
επί δύο συνεχείς μέρες και μετά, τίποτα. Οι φήμες δεν έλεγαν να πάρουν τέλος.
Άλλοι ισχυρίζονταν πως θα κτίζανε καινούργιο σχολείο, μια και το παλιό είχε
καταστραφεί κατά το μεγαλύτερο μέρος του από τον ισχυρό σεισμό, άλλοι ότι θα
έστηναν εκ νέου γεφύρι για να ενώσουν
τις δυο πλευρές του ποταμού· το πέτρινο είχε γκρεμοτσακιστεί στα ορμητικά νερά
του, και οι υποθέσεις τέλος δεν είχαν. Για τα παιδιά, ο λόγος της περίεργης
αυτής εκφόρτωσης υλικού κατασκευών, δεν είχε καμία σημασία ούτε και τα
ενδιέφερε να μάθουν το γιατί. Ήταν απλά σημείο συνάντησης, συναρπαστικός τόπος
παιχνιδιού και κάλυπτε όλα τα γούστα και τις διαθέσεις ολονών! Γενικό
προσκλητήριο, λοιπόν, κάθε μέρα για τον παιδόκοσμο, από τις πιο τρυφερές
ηλικίες μέχρι και τους κρεμανταλάδες, που είχαν ήδη ευδιάκριτο μουστάκι και που
με τις αγριοφωνάρες τους κάλυπταν κάθε άλλο θόρυβο γύρω-τριγύρω. Οι αμμόλοφοι
μετατρέπονταν σε αντίπαλα στρατόπεδα, αφήνοντας ενδιάμεσα μερικούς ως ουδέτερη
ζώνη· τα χαλίκια πρώτης τάξεως πολεμοφόδια για τις αυτοσχέδιες σφενδόνες.
Και
ανάμεσα σε όλη αυτήν την κοσμοχαλασιά, ο μικρός Παναγής να κτίζει κάθε απόγευμα
απερίσπαστος, πύργους, γεφύρια και σπηλιές με τη βοήθεια ενός τενεκεδένιου
κουτιού. Αυτό για να κουβαλάει νερό από τον παρακείμενο νερόλακκο και να
υγραίνει την άμμο, έτσι ώστε να μπορεί να τη δουλεύει πιο εύκολα για τις
κατασκευές του. Σε ένα συγκεκριμμένο αμμόλοφο πάντα, περίπου στη μέση του
συνολικού τους μήκους. Ερχόταν με τον μεγαλύτερο αδελφό του, ο οποίος, αφού τον
έβλεπε να παίρνει θέση και να αρχίζει τις κατασκευές, προσχωρούσε σε μια από
τις δύο εχθρικές ομάδες και ούτε που γύριζε να ρίξει έστω και μια ματιά στο
κακόμοιρο τον Παναγή, όταν τα χαλίκια σφύριζαν πάνω απ`το κεφάλι του, πολλές δε
φορές τον πετύχαιναν σε κανένα χέρι ή πόδι. Τίναζε εκείνος το χτυπημένο μέλος
χωρίς καν να σηκώσει το βλέμμα, χτυπούσε με τα χέρια το στήθος του και συνέχιζε
ατάραχος τη δουλειά του. Έφτιαχνε θαύματα ο Παναγής. Οι πύργοι του έμοιαζαν με
εκείνους των εικονογραφημένων παραμυθιών, οι γέφυρες τόσο ισορροπημένες και
περίτεχνες, που θα τις ζήλευαν φτασμένοι αρχιτέκονες. Όσο για τις σπηλιές,
έτοιμες ήταν να φιλοξενήσουν τους ανθρώπους του Νεάντερταλ ή τους κυνηγημένους
στα βουνά κλέφτες και αρματωλούς! Μια φορά όλο κι όλο είχε δει τους πύργους
στις αφίσες που είχαν αναρτήσει οι μαθητές στο σχολείο του αδελφού του, μια
φορά τις συγκεκριμμένες γέφυρες σε
κάποιο τεύχος ενός περιοδικού, μια και μοναδική στην τηλεόραση τις σπηλιές και
τα είχε αποτυπώσει στο μικρό του μυαλουδάκι με απίστευτη ακρίβεια, ακόμη και
στην παραμικρότερη λεπτομέρεια! Ο Παναγής, όταν κάποιος από το αντίπαλο
στρατόπεδο πλησίαζε και με κλωτσιές τού γκρέμιζε τα αριστουργήματά του, άρχιζε
χωρίς καμιά διαμαρτυρία να τα ξαναχτίζει· μεθοδικά, υπομονετικά, και πάντοτε
αριστοτεχνικά, ακριβώς τα ίδια όμως, με αυτά που του είχαν καταστρέψει.
Τέλειωνε το παιχνίδι, όταν σουρούπωνε για τα καλά· έπαιρνε ο αδελφός τον Παναγή
από το χέρι «πάμε σπίτι, τώρα!» έλεγε, κι ο Παναγής ακολουθούσε χωρίς να πει
κουβέντα. Καθημερινά, την ιδια πάντα ώρα, ιεροτελεστικά, άρχιζε η ίδια
διαδικασία, με τον ίδιο τρόπο τέλειωνε τα βράδια. Ώσπου άνοιξαν τα σχολεία και
τα παιδιά δεν είχαν πια καιρό για παιχνίδια στους αμμόλοφους· στο σχολείο της
πέρα γειτονιάς αναγκάζονταν να πηγαίνουν για τα μαθήματα το απόγευμα, μια και
το δικό τους ήταν κατεστραμένο. Μόνο ο Παναγής εξακολουθούσε να χτίζει στην
άμμο παλάτια, και τώρα τον έφερνε εκεί η μάνα του. Ούτε που τον ενοχλούσε
καθόλου η μοναξιά.
Προχωρημένο Φθινόπωρο, όταν εμφανίστηκε ο εργολάβος με το συνεργείο του
και εξήγησε ότι πράγματι, το υλικό ήταν για την ανακατασκευή του σχολείου και
ότι περίμενε τον εντεταλμένο από το υπουργείο αρχιτέκτονα, για να δώσει τις
τελικές οδηγίες και να αρχίσουν οι εργασίες. Είπε στους εργάτες να συμμαζέψουν
όσο ήταν δυνατόν τους αμμόλοφους και τα χαλίκια για να τα έχουν έτοιμα για
χρήση και ξεφόρτωναν ήδη τσουβάλια τσιμέντου. Ο Παναγής, παρά την φασαρία γύρω
του, είχε αφοσιωθεί στις σπηλιές και τα γεφύρια. Ένας εργάτης που μάζευε με το
φτυάρι την άμμο, του φώναξε να απομακρυνθεί· ατάραχος εκείνος, συνέχισε το έργο
του, και μόνο όταν ο άλλος τον πλησίασε, έβαλε ο μικρός τις φωνές, άγριες,
υστερικές. Αναστάτωση στο εργοτάξιο.·Ρώτησε ο εργολάβος το μικρό τι συμβαίνει,
δυνάμωσαν οι άναρθρες κραυγές του παιδιού, άρχισε να χτυπά το ίδιο του το σώμα,
και τότε πλησίασε ο αρχιτέκτονας, που μόλις είχε καταφθάσει με το υπηρεσιακό
αυτοκίνητο. Ζήτησε να φωνάξουν τους γονείς του μικρού, και όταν έφτασε η μάνα
αναστατωμένη, του εξήγησε πως ο Παναγής είχε κάποιου είδους «παλαβομάρα» και
δεν επικοινωνούσε εύκολα με τον κόσμο, καλά-καλά, ούτε με τους δικούς του.
Έπεσαν τότε στην αντίληψη του αρχιτέκτονα τα κάστρα του Παναγή, και έμεινε
άφωνος. - «Μ`αυτό παίζει όλη μέρα, τρελλαίνεται να χτίζει στην άμμο», συνέχισε
η μάνα, και φρόντισε να απομακρύνει το δυστυχισμένο γιο από τον αμμόλοφο. Το
επόμενο πρωί, έβαλε ο αρχιτέκτονας και έρριξαν ένα φορτηγό άμμου στην απέναντι
μεριά του δρόμου, δίπλα στο σπίτι τού Παναγή. Κάτι είχε διαβάσει τώρα τελευταία
για παιδιά που κλείνονται στον εαυτόν τους και αδυνατούν να επικοινωνήσουν με
τον κόσμο γύρω τους· σκέφτηκε να το ψάξει περισσότερο, μήπως και κατάφερνε να
εξηγήσει καλυτερα την περίεργη αντίδραση του μικρού Παναγή, αλλά και την
τελειότητα των αρχιτεκτονημάτων του στην υγρή άμμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου