Τον εικοστό αιώνα ωστόσο η προπαγάνδα αποτελεί αναπόσπαστο
μέρος των πολιτικοστρατιωτικών εξελίξεων που ακολουθούν από τον πρώτο Παγκόσμιο
Πόλεμο μέχρι και σήμερα. Όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Woodrow
Wilson έλαβε την απόφαση να εμπλακεί στον πόλεμο που διεξαγόταν στην Ευρώπη
στις αρχές του εικοστού αιώνα, ένα μεγάλο ποσοστό της κοινής γνώμης στις
Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αντίθετο στην προοπτική αυτή. Για να επιτευχθεί όμως το
επιθυμητό αποτέλεσμα, θα έπρεπε καταρχάς να επιλεγεί μία ισχυρή προσωπικότητα,
για να επωμιστεί την οργάνωση και το συντονισμό των απαραίτητων ενεργειών και
να στηθεί ένας θεσμικού χαρακτήρα μηχανισμός εποπτείας του εγχειρήματος. Η Επιτροπή
Δημόσιας Ενημέρωσης με επικεφαλής τον δημοσιογράφο George Creel, επρόκειτο να φέρει εις πέρας την αποστολή αυτή. Ο Creel, εκμεταλλευόμενος τη δύναμη του κινηματογράφου να
καθηλώνει το κοινό, επιστράτευσε κινηματογραφιστές να γυρίσουν ταινίες φιλοπόλεμου
περιεχομένου. Από τις πιο χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες της εποχής του βωβού
κινηματογράφου υπήρξε ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο οποίος και πρωταγωνίστησε στο κίνημα
για τη διαμόρφωση της αμερικανικής κοινής γνώμης, υπέρ της εμπλοκής στον
πόλεμο.H μετάδοση κάθε είδους πληροφορίας θα υπόκειται σε έλεγχο και
αυστηρή λογοκρισία (Προβατά, 2006: 181-183).
Ο κινηματογράφος την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου
μετατρέπεται σε προπαγανδιστικό μέσο, κυρίως από τις εμπλεκόμενες
ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που είχαν και τη μεγαλύτερη κινηματογραφική ανάπτυξη. Η
δράση τους δεν περιορίζεται στις ίδιες τις χώρες τους αλλά εκτείνεται και σε
αυτές που δρουν τα στρατεύματά τους. Στην Ελλάδα, τα γαλλικά και αγγλικά
στρατεύματα φέρνουν τον κινηματογράφο και τον χρησιμοποιούν για προπαγανδιστικούς
λόγους. Όταν η Ελλάδα μπαίνει στην περιπέτεια της Μικράς Ασίας, όλοι σχεδόν οι Έλληνες
οπερατέρ της εποχής, Δημ. Γαζιάδης, Αχιλλέας Μαδράς, Ζόζεφ Χεπ ακολουθούν το
στρατό και γυρίζουν πολεμικά επίκαιρα. Οι ταινίες της περιόδου χρησιμοποιούνται
άμεσα για προπαγάνδα. Η προβολή δεν αφήνεται μόνο στις κινηματογραφικές
αίθουσες, αλλά οργανώνονται ειδικές προβολές σε δύο τουλάχιστον σημεία: την
πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα και την πλατεία του Λευκού Πύργου στη
Θεσσαλονίκη. Είναι χαρακτηριστικό το δημοσίευμα της εφημερίδας «Αθήναι» της 23ης
Ιουλίου 1920 όπου, για πρώτη φορά, τα παραγόμενα από το Υπουργείο Εξωτερικών επίκαιρα
χαρακτηρίζονται ως «Εθνικαί ταινία» (Θεοδοσίου, 2002: 20-22).
Δεν θα πρέπει να αγνοήσουμε στο σημείο αυτό την σοβιετική
προπαγάνδα. Το σοβιετικό κράτος ήταν ιστορικά το πρώτο που οργάνωσε τη
διεξαγωγή μιας μεγάλης κλίμακας επιχείρησης κατασκευής δικτύων καθοδήγησης και
χειραγώγησης, που θα περιλάμβανε στο οπλοστάσιό της και τον κινηματογράφο
(Κομνηνός, 2012: 144). Ο Τρότσκι έγραφε, πως ο κινηματογράφος είναι
προπαγανδιστικό εργαλείο, αλλά ο χαρακτηρισμός αυτός είναι ο μάλλον ήπιος. Εδώ
βεβαίως βρίσκεται το κλειδί του προβλήματος. Οι σοβιετικοί, όπως και οι δυτικοί,
επέμεναν να αντιλαμβάνονται τον κινηματογράφο ως «μηχάνημα» (Ferro, 2001: 128).
Τα αποτελέσματα και τη δύναμη της προπαγάνδας
αντιλαμβάνεται και ο Χίτλερ. Επιπλέον η έλευση των νέων τεχνολογιών, όπως ο ομιλών
κινηματογράφος, έγινε αντικείμενο μελέτης των αυταρχικών καθεστώτων της
Γερμανίας και της Ιταλίας. Το 1933 ο Γιόζεφ Γκέμπελς υπουργός Προπαγάνδας
ιδρύει το Επιμελητήριο Πολιτισμού, το οποίο και θέτει υπό τον έλεγχο του την
παραγωγή και κυκλοφορία κάθε μορφής τέχνης. Η τέχνη μετατρέπεται σε όργανο
προπαγάνδας στα χέρια της πολιτικής εξουσίας. Η θεματολογία των ταινιών που
παράγονται στη ναζιστική Γερμανία περιστρέφεται γύρω από την ανάδειξη του
μεγαλείου του Χίτλερ και των ιδεών του, τον τρόπο ζωής της ναζιστικής νεολαίας,
την κατάσταση των Εβραίων, κτλ. (Προβατά,2006: 182-185). Ο Burke (2003: 90-91)
αναφέρει ότι το κινηματογραφικό έργο της Leni Riefenstahl «Ο Θρίαμβος της θέλησης» (1935), είναι δημιουργημένο με την
προσωπική ενθάρρυνση του Χίτλερ. Ο Χίτλερ είχε κινηματογραφηθεί από χαμηλά και
παρουσιαζόταν σε αντιδιαστολή με τον ουρανό, έτσι ώστε, να φαίνεται ψηλότερος
και ηρωικότερος. Ίδια επινόηση έχει υιοθετηθεί και σε πορτρέτα του Στάλιν του
και του Μουσολίνι.
Οι σύμμαχοι από την πλευρά τους, αξιοποιώντας την υποδομή
και την εμπειρία από τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο συνέχισαν με εντατικούς ρυθμούς
τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Το ίδιο το Πεντάγωνο είναι παραγωγός και
διανομέας ταινιών προπαγάνδας. Ο
Αμερικανός στρατηγός Τζορτζ Μάρσαλ υπήρξε υποστηρικτής της κινηματογραφικής
προπαγάνδας και εμπνευστής μιας σειράς ταινιών με τίτλο «Γιατί πολεμάμε». Τα συγκεκριμένα ντοκιμαντέρ εισήγαγαν ένα νέο τόνο στην
τέχνη της προπαγάνδας, πειστικό, μετρημένο, αφανάτιστο, διδακτικό και
συναρπαστικό. Τα ντοκιμαντέρ «Γιατί πολεμάμε» αποτελέσαν ένα νέο είδος
ντοκιμαντέρ, το ντοκιμαντέρ «ιδεολογικού μοντάζ» (Μπαζέν, 1988: 42).
Πηγή: Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία Χατζηφωτιάδη Κων/νου
«ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ. ΜΙΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ
ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑΙΝΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΠΟΛΕΜΟ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου