Στα ίχνη του Δον Κιχώτη
Ημερομηνία δημοσίευσης: 15/07/2012
Η ΟΜΑΔΑ BLITZ εμφανίστηκε, αν δεν κάνω λάθος, σαν μια ομάδα ριζοσπαστών του
θεάτρου, με προγραμματικές δηλώσεις που υπόσχονταν την κατεδάφιση κάθε
"κατεστημένης" θεατρικής μορφής και την ανάδειξη ενός θεάματος μικτού,
βασισμένου στον αυτοσχεδιασμό, στη σωματικότητα, στον αυτόματο συνειρμό, στην
έμπνευση της στιγμής και στο πνεύμα της "παρέας". Καταπιάστηκαν και με τα μεγάλα
κείμενα, με σκοπό να τα "κατεδαφίσουν" δημιουργώντας, έτσι, χώρο για να
αναπτυχθεί, ανεμπόδιστο, το "καινούργιο". Ένα από τα "θύματά" τους υπήρξε,
πρόπερσι, και ο "Φάουστ" του Γκαίτε, στον οποίο "έβγαλαν τη γλώσσα", χωρίς να
δώσουν, όμως το "καινούργιο". Στη φετεινή χρονιά καταπιάστηκαν με τον "Δον
Κιχώτη", με την ίδια φιλοδοξία: "διατηρώντας μια ικανή απόσταση από το
μυθιστόρημα του Θερβάντες και από τις ιδέες και ιδεοληψίες που ακολουθούν τον
ήρωα μέχρι σήμερα, να ανασυνθέσουν τον μύθο, αφαιρώντας το ιδεαλιστικό του
περίβλημα", κατά τη δήλωσή τους. (Σκηνοθεσία - δραματουργία Γιώργος Βαλαής,
Αγγελική Παπούλια, Χρήστος Πασσαλής). Ας δούμε τι, πράγματι, πέτυχαν.
Προκαταρκτικά θα πω ότι ο "Δον Κιχώτης" όχι μόνο συνηθίζει να αντιστέκεται σε
όλες στις προσπάθειες αναίρεσής του, αλλά, αντίθετα, κατορθώνει να επιβάλλει
πάντα τη δική του λογική. Έτσι και στην παράσταση των "παιδιών". Τους "βγήκε",
ίσως χωρίς να το καταλαβαίνουν κι οι ίδιοι, "δονκιχωτικότερος" από όσο
προέβλεπαν. Επειδή το έργο αυτό του Θερβάντες, αντίθετα με τον σοβαρό και
μελαγχολικό "Φάουστ", εμπεριέχει την ανατροπή του. Αφαιρεί από μόνο του κάθε
"ιδεαλιστικό περίβλημα" που του "φορούν" οι εκάστοτε επαϊοντες. Έτσι, όταν
επιχειρείς να το ανατρέψεις, ξαναστέκει στα πόδια του και "σου βγάζει
γλώσσα".
Πέρα από αυτά, για να σοβαρευτούμε λίγο, η παράσταση των BLITZ παρότι
"πέταξε" το σύνολο σχεδόν του μυθιστορηματικού υλικού, διαφύλαξε τον ουσιώδη
πυρήνα του έργου στις τρεις ή τέσσερις επαναλαμβανόμενες "δονκιχωτικές" ατάκες
τις οποίες επέλεξαν οι συντελεστές για να χτίσουν, αποκλειστικά γύρω από αυτές,
την παράσταση τους. Και, αυτό, πιστεύω ότι δεν έγινε εντελώς τυχαία. "Κάτι",
σίγουρα, τους οδηγούσε. Να υποθέσω ότι ήταν η μεγάλη αγάπη τους για το κείμενο,
και ας μην ομολογείται, που "έσωσε" το πράγμα. Μαζί με το ισχυρό τους,
οπωσδήποτε, ένστικτο, που "μυρίστηκε" τα άφαντα "ίχνη" του ήρωα. Κατάλαβαν από
πού έρχεται, πού πηγαίνει. Τον πήραν το κατόπι, και τους "έβγαλε", άσφαλτα στο
μυθικό "ξέφωτο" του πρώτου μέρους. Εκεί όπου, ο Δον Κιχώτης, δίπλα σε ένα
γάργαρο ρυάκι, μέσα σε ένα ειδυλλιακό, παραδείσιο τοπίο κάνει τον "κανόνα" του
και ονειρεύεται, προφέροντας τα πιο κάτω λόγια : "Ευτυχισμένοι καιροί και
μακάριοι αιώνες, τότε που δεν υπήρχαν ακόμη σε καμία γλώσσα οι λέξεις
'δικό μου και δικό σου'...". Τα λόγια αυτά, προφερόμενα επαναληπτικά και με
έμφαση μέσα σε ένα σπαραγμένο κόσμο διχόνοιας και μίσους, ήταν ο ουσιώδης
πυρήνας της παράστασης των "παιδιών", που έδωσαν με αυτά, χωρίς να το ξέρουν
ίσως, μια δική τους, πρωτότυπη δονκιχωτική εκδοχή ενός "μύθου" που μας έρχεται
από την Άπω Ανατολή.
(Σε μια υπό δημοσίευση μελέτη μου ισχυρίζομαι ότι ο Δον Κιχώτης δεν είναι ένας αυτόχθων ήρως της Δύσης, αλλά "κρατάει" εξ Ανατολών. Ένας αρχαίος, Ινδικός "βίος" του Βούδα, ταξιδεύοντας προς Δυσμάς με τα καραβάνια, παραφράστηκε τον 7ο αιώνα μ.Χ. από τον Άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, μεταφέρθηκε στα ελληνικά και ενσωματώθηκε στη χριστιανική παράδοση. Πρόκειται για το "ψυχωφελές" αφήγημα "Βαρλαάμ και Ιωάσαφ, που ιστορεί τις περιπέτειες δυο περιπλανώμενων ασκητών, για να "φωτίσουν" τον κόσμο. Το κείμενο αυτό μεταφράστηκε στη συνέχεια στα λατινικά και πέρασε στις τοπικές γλώσσες, για να γίνει ένα δημοφιλές ανάγνωσμα σε όλον τον Μεσαίωνα και στην πρώιμη Αναγέννηση. Ο "Δον Κιχώτης" περιλαμβάνει, έτσι, πλην άλλων ένα ολόκληρο κομμάτι του πρωτότυπου, "Βίου του Βούδα", που είναι το πιο πάνω κεφάλαιο της "στάσης" του ήρωα στο ξέφωτο, δίπλα στο ρυάκι. Όπου ο ήρωάς μας κάνει τον "κανόνα" του, και ονειρεύεται: την παραδείσια ακτημοσύνη και την ηλικία της αθωότητας της γλώσσας, πριν διχάσει ανεπανόρθωτα, με τις κτητικές της αντωνυμίες κ.λπ. τον κόσμο.
Η παράσταση των BLITZ, τοποθετώντας τον περιπλανώμενο ήρωα να προφέρει αυτά τα λόγια, επίμονα, ξανά και ξανά, μέσα σε έναν κατεστραμμένο κόσμο εικαστικής και μάταιης ομορφιάς, που παρέπεμπε διαρκώς σε πίνακες του Γκόγια και στους πρόσφατους πόλεμους της "γειτονιάς" μας κηρυγμένους ή ακήρυκτους, ήταν αυτό ακριβώς που περιέγραψα πιο πάνω. Είδε και έδωσε "τη μοναξιά του ήρωα που διασχίζει έναν σκληρό και ακατανόητο κόσμο. Την πραγματική περιπέτεια της ύπαρξης, ανεξαρτήτως εποχής". Με τα θαυμάσια σκηνικά - κοστούμια "της ερημίας" (Εύα Μανιδάκη) και τους σκιώδεις φωτισμούς του Τάσου Παπαρούπα. Με έναν θαυμάσιο Νίκο Φλέσσα μια φωτεινότατη Αγγελική Παπούλια και δεκαπέντε άλλους ικανούς ηθοποιούς.
Μια
παράσταση - περφόμανς των BLITZ
(Σε μια υπό δημοσίευση μελέτη μου ισχυρίζομαι ότι ο Δον Κιχώτης δεν είναι ένας αυτόχθων ήρως της Δύσης, αλλά "κρατάει" εξ Ανατολών. Ένας αρχαίος, Ινδικός "βίος" του Βούδα, ταξιδεύοντας προς Δυσμάς με τα καραβάνια, παραφράστηκε τον 7ο αιώνα μ.Χ. από τον Άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, μεταφέρθηκε στα ελληνικά και ενσωματώθηκε στη χριστιανική παράδοση. Πρόκειται για το "ψυχωφελές" αφήγημα "Βαρλαάμ και Ιωάσαφ, που ιστορεί τις περιπέτειες δυο περιπλανώμενων ασκητών, για να "φωτίσουν" τον κόσμο. Το κείμενο αυτό μεταφράστηκε στη συνέχεια στα λατινικά και πέρασε στις τοπικές γλώσσες, για να γίνει ένα δημοφιλές ανάγνωσμα σε όλον τον Μεσαίωνα και στην πρώιμη Αναγέννηση. Ο "Δον Κιχώτης" περιλαμβάνει, έτσι, πλην άλλων ένα ολόκληρο κομμάτι του πρωτότυπου, "Βίου του Βούδα", που είναι το πιο πάνω κεφάλαιο της "στάσης" του ήρωα στο ξέφωτο, δίπλα στο ρυάκι. Όπου ο ήρωάς μας κάνει τον "κανόνα" του, και ονειρεύεται: την παραδείσια ακτημοσύνη και την ηλικία της αθωότητας της γλώσσας, πριν διχάσει ανεπανόρθωτα, με τις κτητικές της αντωνυμίες κ.λπ. τον κόσμο.
Η παράσταση των BLITZ, τοποθετώντας τον περιπλανώμενο ήρωα να προφέρει αυτά τα λόγια, επίμονα, ξανά και ξανά, μέσα σε έναν κατεστραμμένο κόσμο εικαστικής και μάταιης ομορφιάς, που παρέπεμπε διαρκώς σε πίνακες του Γκόγια και στους πρόσφατους πόλεμους της "γειτονιάς" μας κηρυγμένους ή ακήρυκτους, ήταν αυτό ακριβώς που περιέγραψα πιο πάνω. Είδε και έδωσε "τη μοναξιά του ήρωα που διασχίζει έναν σκληρό και ακατανόητο κόσμο. Την πραγματική περιπέτεια της ύπαρξης, ανεξαρτήτως εποχής". Με τα θαυμάσια σκηνικά - κοστούμια "της ερημίας" (Εύα Μανιδάκη) και τους σκιώδεις φωτισμούς του Τάσου Παπαρούπα. Με έναν θαυμάσιο Νίκο Φλέσσα μια φωτεινότατη Αγγελική Παπούλια και δεκαπέντε άλλους ικανούς ηθοποιούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου