Σούπερ ηρωίδες οι εργαζόμενες μητέρες
Η κρίση δεν έκανε διακρίσεις. Γονάτισε τους εργαζόμενους, εξευτέλισε την έννοια της αμειβόμενης εργασίας ιδιαίτερα για τη νεότερη γενιά και δεν χαρίστηκε ούτε στα επαγγέλματα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν προνομιούχα.
Οι συνθήκες επιβαρύνουν δυσανάλογα τις γυναίκες, ειδικά αν έχουν να εξισορροπήσουν την οικογενειακή με την επαγγελματική τους ζωή, να συνδυάσουν τη μητρότητα με την εργασία.
Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Ισορροπία μεταξύ εργασίας και ζωής στο πλαίσιο των αλλαγών στην οικογένεια και στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα» μελετήθηκαν και επαγγελματικές κατηγορίες γυναικών με υψηλό μορφωτικό επίπεδο που ασκούν επιστημονικά επαγγέλματα.
«Γυναίκες στα νομικά επαγγέλματα την εποχή της κρίσης. Ανάμεσα στην εργασία και την οικογένεια», είναι ο τόμος που εκδόθηκε από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών που εξετάζει την πραγματικότητα με την οποία είναι αντιμέτωπες οι γυναίκες που ασκούν ένα επάγγελμα απαιτητικό τόσο σε επιστημονική κατάρτιση όσο και εργασιακό φόρτο και ταυτόχρονα καλούνται να μεγαλώσουν τα παιδιά τους ακροβατώντας ανάμεσα σε δύο ιδιότητες αλλά και σε παραδοσιακούς και νέους ρόλους.
Η αύξηση του φόρτου εργασίας, η ακωδικοποίητη πολυνομία, η γραφειοκρατία, η μείωση εισοδήματος αποτελούν τον κοινό τόπο για τα βάρη που καλούνται να επωμιστούν οι γυναίκες στα νομικά επαγγέλματα και παράλληλα να λειτουργήσουν και ως σύζυγοι και μητέρες.
Από τα περιεχόμενα του τόμου παρουσιάζουμε τις περιπτώσεις των δικηγόρων και των δικαστών που ελάχιστα έχουν διερευνηθεί επιστημονικά.
Δέσμιες δύο... δεσμών
«Κάποτε λέγαμε ότι οι γυναίκες μέσω της εργασίας και της οικονομικής ανεξαρτησίας θα μπορούσαν να χειραφετηθούν. Και σήμερα, έχοντας κατακτήσει θέσεις που παλιά δεν θα μπορούσαν να διεκδικήσουν, είναι δεσμευμένες και με τους παλιούς και με τους νέους ρόλους τους, μητρικούς και επαγγελματικούς, που επιπλέον επιφορτίζονται με την κρίση, για να βρεθούν δέσμιες δύο δεσμών: ούτε βοήθεια μπορούν να έχουν στον μητρικό τους ρόλο λόγω οικονομικής στενότητας και απουσίας κρατικών δομών, ενώ και στα επαγγελματικά η κατάσταση χειροτερεύει, εντατικοποιείται η δουλειά, μειώνονται τα χρήματα και αυξάνεται η ευθύνη», συνοψίζει για την «Εφ.Συν.» η Μαρία Θανοπούλου, που μαζί με την Ιωάννα Τσίγκανου ως διευθύντριες ερευνών είχαν την επιστημονική ευθύνη της ποιοτικής έρευνας για τις «Γυναίκες στα νομικά επαγγέλματα την εποχή της κρίσης. Ανάμεσα στην εργασία και την οικογένεια».
Στις μελέτες περιπτώσεων περιλαμβάνεται επίσης και αυτή των γυναικών συμβολαιογράφων.
Πλειονότηταστα νομικά επαγγέλματα
Γένους θηλυκού είναι τα νομικά επαγγέλματα, όπως προκύπτει από τη μελέτη του ερευνητή Γιάννη Κανδύλη «Κοινωνική Φυσιογνωμία και Γεωγραφία των Νομικών Επαγγελμάτων», που περιλαμβάνεται στον τόμο. Μέσα σε μία 20ετία, 1991-2011, οι γυναίκες στα νομικά επαγγέλματα έφτασαν να αποτελούν την πλειονότητα με ποσοστό 58%. Ιδιαίτερα στη νεότερη ηλικιακή ομάδα, έως 34 ετών, το ποσοστό των γυναικών φτάνει το 70%.
Στα νομικά επαγγέλματα υπερτερούν οι δικηγόροι (86,5%), το 7% είναι οι δικαστές και το 6,5% είναι τα λοιπά επαγγέλματα (συμβολαιογράφοι κ.λπ.). Με βάση αυτή τη διάκριση, γυναίκες είναι το 55,4% των δικηγόρων, το 66,4% των δικαστών και το 83,9% των λοιπών νομικών επαγγελμάτων.
Η επαγγελματική επιλογή επηρεάζει πολυσήμαντα την οικογενειακή κατάστασή τους:
• Σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στον γενικό πληθυσμό, παντρεύονται σπανιότερα. Στις γυναίκες νομικούς το ποσοστό αγάμων ήταν σχεδόν δυόμισι φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του γενικού γυναικείου πληθυσμού (41,5% έναντι 17,5%).
• Επίσης αποκτούν και λιγότερα παιδιά, ειδικά οι δικηγόροι: στο σύνολο όλων των νομικών επαγγελμάτων, σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδιας απογραφής περισσότερες από τις μισές νομικούς (52%) του συνόλου δεν έχουν αποκτήσει παιδιά, η μία στις τέσσερις έχει δύο παιδιά (25,3%), το 18,5% έχει ένα παιδί και μόλις το 4,3% έχει αποκτήσει 3-4 παιδιά.
Συνολικά, στις 100 γυναίκες νομικούς αναλογούν 83 παιδιά, όταν στον γενικό πληθυσμό σε 100 γυναίκες αναλογούν 162 παιδιά. Συγκεκριμένα, τα λιγότερα παιδιά αναλογούν στις δικηγόρους (73 παιδιά/100 δικηγόρους), σε 100 δικαστίνες αναλογούν 109 παιδιά, και 147 παιδιά αναλογούν σε 100 γυναίκες των λοιπών νομικών επαγγελμάτων.
Μαχόμενη δικηγορία, μαχόμενη μητρότητα
«Μαχόμενη δικηγορία - μαχόμενη μητρότητα. Υπερβάσεις και ελιγμοί» είναι η ποιοτική έρευνα που διενήργησε παίρνοντας συνεντεύξεις από δικηγόρους ηλικίας 30-53 ετών, μητέρες ανηλίκων, που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα, η ερευνήτρια του ΕΚΚΕ Αμαλία Φραγκίσκου. Σημειώνεται ότι ιστορικά στη χώρα μας καταγράφεται υπερπληθώρα δικηγόρων, ενώ το πτυχίο της νομικής περιβάλλεται με την αντίληψη της πολυλειτουργικότητας.
Δυσκολίες υπήρχαν και τον καιρό της ευμάρειας. Εξάλλου, η Αθήνα είναι μια πόλη εχθρική και για την ελεύθερη δικηγορία και για τα παιδιά. Ολες κατέθεσαν πως είναι ασύμβατο να έχεις οικογένεια και γραφείο, γιατί και τα δύο απαιτούν πλήρη αφοσίωση, δεν υπάρχει ωράριο – «να τρέχεις το πρωί στις υπηρεσίες και το απόγευμα να γράφεις ή να έχεις συναντήσεις με πελάτες», όπως αναφέρει μία δικηγόρος, όμως τουλάχιστον παλαιότερα υπήρχε η αμειβόμενη βοήθεια είτε στο γραφείο είτε στο σπίτι. Με τη διαρκή αρωγή βέβαια της πατρικής οικογένειας.
Στην εποχή της κρίσης, στις πιέσεις από τις ιδιαιτερότητες του επαγγέλματος προστέθηκε η συρρίκνωση του εισοδήματος καθιστώντας απαγορευτική την εξωτερική βοήθεια επ' αμοιβή, με αποτέλεσμα να γίνει ακόμη πιο δύσκολος ο συνδυασμός μητρότητας και επαγγελματικής δραστηριότητας. Παρουσιάζεται ένας «κόσμος τύψεων», απαιτώντας συχνά υπερβάσεις πνευματικών και σωματικών ορίων καθιστώντας τους δύο ρόλους ασύμβατους.
Το κρίσιμο σημείο, που το τόνισαν όλες όσες πήραν μέρος στην έρευνα, είναι «το πού αφοσιώνεσαι», γιατί όπως όλες παραδέχονται «αποκλείεται να τα κάνεις και τα δύο καλά, κάπου κάτι θα ρίξεις».
Σε κάθε περίπτωση, οι απώλειες είναι δεδομένες. Οι στιγμές που χάθηκαν με το παιδί, ο κλονισμός της υγείας –«μιλάμε για αρρώστιες, χάπια, αϋπνία, κατάθλιψη, το αίσθημα ότι δεν είσαι επαρκής πουθενά»–, η καριέρα, ακόμη και ο γάμος.
Επιδεινώθηκε ακόμη και αυτό που βιώνουν στα δικηγορικά γραφεία τους καθώς μεταφέρουν μια ζοφερή κατάσταση: «πελάτες επιθετικοί ή σε κατάρρευση, πλειστηριασμοί, ρύθμιση χρεών, απολύσεις, διαζύγια...».
«Αυτές οι γυναίκες –όπως μας λέει η ερευνήτρια– έχουν να απορροφήσουν όλη αυτή την ένταση των ανθρώπων που νιώθουν ακυρωμένοι και μετά πρέπει να “μεταμφιεστούν”, να παραμερίσουν τα αισθήματά τους, για να μην το μεταφέρουν στα παιδιά τους, γιατί θέλουν να τους εξασφαλίσουν το δικαίωμα να κάνουν όνειρα».
Ισως δεν είναι τυχαίο ότι οι ίδιες θεωρούν ασυμβίβαστο το επάγγελμα με τη μητρότητα, περιγράφουν αυτό που ζουν σαν «ρόλο για σούπερ ήρωες», πιστεύουν ότι «πληρώνεις με πολύ μεγάλο τίμημα το γεγονός ότι θέλεις να ζήσεις τη μητρότητα στην Ελλάδα».
«Είχαμε το 100% και τώρα έχουμε το 200%», είναι η ακριβής διατύπωση μιας δικηγόρου, χωρίς ωστόσο να προκρίνει την επιστροφή στο σπίτι. Μία άλλη δικηγόρος κάνει λόγο για «τη σύγκρουση που τρέφει» καθώς πρόκειται για ρόλους που προσφέρουν αυτοπραγμάτωση.
Ανάλογα με την ηλικία τους, οι γυναίκες δικηγόροι αναφέρουν ότι βιώνουν διαφορετικές καταστάσεις.
Οι μεγαλύτερης ηλικίας, που παραμέρισαν τα επαγγελματικά τους μέχρι να μεγαλώσουν τα παιδιά, τώρα που μπορούν να δοθούν στη δουλειά διαπιστώνουν ότι δεν υπάρχει δουλειά.
Οι νεότερες ζουν μια πικρή διάψευση της «πολυλειτουργικότητας» του πτυχίου τους, επιχειρώντας να φύγουν από το επάγγελμα παρά τη θέλησή τους και παρά το ότι βρίσκουν υποστήριξη από τους νέους συζύγους, ενώ στις ενδιάμεσες ηλικίες υπάρχει μια διάχυτη αμηχανία.
Ισως στη δήλωσή τους, ότι δεν επιθυμούν τα παιδιά τους να ακολουθήσουν αυτόν τον επαγγελματικό δρόμο, να αποτυπώνονται οι δυσοίωνες προοπτικές που βλέπουν να διαγράφονται για το επάγγελμά τους, οι δύσκολες συνθήκες εργασίας, η υπαλληλοποίηση, η τάση για συσπείρωση σε σχήματα συνεργασίας.
Θα άλλαζαν κάτι; Στην ουσία όλες ζητούν προστασία της μητρότητας από την πολιτεία και τον ΔΣΑ ειδικά.
Εν κατακλείδι: «Η απώλεια είναι δεδομένη σε κάθε περίσταση, το τίμημα καταβάλλεται και αυτό που ποικίλλει είναι το πού εντοπίζεται», λέει στην «Εφ.Συν.» η κ. Φραγκίσκου.
Επαγγελματική και οικογενειακή ζωή των γυναικών δικαστών
Μια ασύμπτωτη σχέση
Στην έρευνά της σε γυναίκες δικαστές 38-51 ετών με ανήλικα παιδιά που πραγματοποίησε η ερευνήτρια εγκληματολόγος Εμμυ Φρονίμου, ήρθε αντιμέτωπη με μια διάψευση: δεν συνάντησε τις «δυσπρόσιτες γυναίκες με τον ψυχρό ορθολογισμό και το τιμωρητικό πνεύμα» που ανέμενε από τις δικαστίνες. Αντίθετα, όπως μας λέει, βρήκε γυναίκες «δραστήριες, σκληρά εργαζόμενες αλλά ταυτόχρονα και ευαισθητοποιημένες με βαθιά ενσυναίσθηση για τους ανθρώπους που καλούνται να κρίνουν από την έδρα και ιδιαίτερα για τους ανήλικους παραβάτες».
Οι μακροχρόνιες σπουδές, η υποχρεωτική άσκηση δικηγορίας και οι συνεχείς μεταθέσεις σε διάφορα μέρη της χώρας που απαιτεί το επάγγελμα παρατείνουν το χρονικό όριο που οι γυναίκες δικαστές αποφασίζουν να κάνουν οικογένεια. Ισχυρίζονται δε ότι ο αριθμός των νεαρών συναδέλφων τους που δεν προλαβαίνει τη δημιουργία οικογένειας μέσα στα όρια της αναπαραγωγικής ηλικίας αυξάνει συνεχώς. Κι ακόμη, η εντύπωση που δόθηκε στην ερευνήτρια είναι ότι το να έχει μια γυναίκα δικαστής παιδιά αντιμετωπίζεται ως μειονέκτημα από το δικαστικό σώμα.
«Οι δικαστίνες από τις οποίες πήρα συνέντευξη δουλεύουν σκληρά, οι περισσότερες συχνά και πάνω από 10 ώρες την ημέρα και Σαββατοκύριακα, ιδιαίτερα όταν έχουν ποινικές υποθέσεις ή ασκούν ανακριτικά καθήκοντα. Στις συνεντεύξεις αναφέρθηκαν στο εργασιακό άγχος και στην ψυχική φθορά που προκύπτει από τη διαχείριση δύσκολων υποθέσεων που δυσχεραίνουν την αποφόρτισή τους και επηρεάζουν την οικογενειακή ζωή επιστρέφοντας στο σπίτι», λέει η ερευνήτρια στην «Εφ.Συν.».
Σύμφωνα με την έρευνα, αν και πολλοί σύζυγοι που προέρχονται από άλλους επαγγελματικούς χώρους είναι γενικά υποστηρικτικοί, μεγάλες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η οικογένεια, ιδιαίτερα όταν τα παιδιά είναι ακόμα σε μικρή ηλικία. Τα άτυπα κοινωνικά δίκτυα (όπως λ.χ. η ευρύτερη οικογένεια) λειτουργούν για να υποκαταστήσουν το σχεδόν ανύπαρκτο κοινωνικό κράτος. Σε περίπτωση όμως έκτακτης ανάγκης, όπως π.χ. ξαφνικής αρρώστιας ενός παιδιού, «έχει συμβεί να πάρω το παιδί άρρωστο στο δικαστήριο. Το άφησα πίσω, στη γραμματεία, για όσο χρόνο εγώ ήμουν στην έδρα», αναφέρει μία δικαστής.
«Ο φόρτος εργασίας εξαιτίας του μικρού αριθμού δικαστών σε σχέση με τον αριθμό των υποθέσεων που συσσωρεύονται οδηγεί μεταξύ άλλων και στη μεγάλη αργοπορία στην απονομής της δικαιοσύνης, που καταλήγει σε ενός είδους αρνησιδικία και τις προβληματίζει, όπως και όλους μας, γιατί πρωτίστως υπονομεύει τη δημοκρατία», μας λέει η κ. Φρονίμου. Ωστόσο, όπως είπε στην ερευνήτρια εκπρόσωπος του συνδικαλιστικού οργάνου των δικαστών, «οι Γερμανοί και οι Γάλλοι συνάδελφοί μας έχουν να διαχειριστουν πέτε υποθέσεις τον μήνα. Εμείς ασχολούμαστε με 50 υποθέσεις τον μήνα».
Η οικονομική κρίση έχει επιφέρει μεγάλες αλλαγές στο επάγγελμα σχετικά με τον φόρτο εργασίας. Χιλιάδες νέες υποθέσεις που αφορούν «κόκκινα» δάνεια, υπερχρεωμένα νοικοκυριά, πτωχεύσεις, ασφαλιστικά και εργασιακά ζητήματα έχουν προστεθεί στην ύλη της δουλειάς τους.
Αλλά η κρίση συνεπάγεται και μείωση των δαπανών για υποδομές, ελλείψεις σε γραφική ύλη κ.λπ., ενώ με τη συνταξιοδότηση πολλών γραμματέων που δεν αντικαταστάθηκαν, οι δικαστές συχνά επιβαρύνονται και με τη γραμματειακή υποστήριξη. Παρ' όλα αυτά, εντυπωσίασε την ερευνήτρια το γεγονός ότι βρίσκουν χρόνο να ασχοληθούν με επιστημονικά θέματα και ζητούν επιμόρφωση για τις νέες μορφές εγκλημάτων, όπως το ηλεκτρονικό έγκλημα κ.λπ.
«Ανάμεσα στην επαγγελματική και την οικογενειακή ζωή τους, ήταν σαφές για μένα ότι οι γυναίκες δικαστές ρίχνουν το βάρος στο λειτούργημά τους. Καθώς μόνο μία από τις δέκα μου έδωσε την εντύπωση ότι έδινε προτεραιότητα στην οικογένειά της», λέει συμπερασματικά στην εφημερίδα μας η κ. Φρονίμου.
πηγή:http://www.efsyn.gr/arthro/soyper-iroides-oi-ergazomenes-miteres?fbclid=IwAR0-PYgNwxq17xncRszmd5tHsuuNtOYJ5U5vgpjSii1jA8yDrjLcQDzLFIA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου