Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Ο συγγραφέας που ήθελε τα βιβλία του στην πυρά!

Έντυπη Έκδοση

Ο Παύλος Μάτεσις κηδεύεται αύριο, Τρίτη, στις 4 μ.μ.

Ο συγγραφέας που ήθελε τα βιβλία του στην πυρά!

«Οταν φύγω, θα προτιμούσα να έχουν καεί όλα τα βιβλία μου. Με ενδιαφέρουν τα έργα μου όσο ζω εδώ. Οταν δεν θα υπάρχω, θα προτιμούσα να μην υπάρχουν, να καούν»... Αυτή ήταν η -ευτυχώς, ανεκπλήρωτη- επιθυμία του Παύλου Μάτεσι, όπως την εξομολογούνταν στον Γιώργο Χρονά για τη «Βιβλιοθήκη» της «Ε» στις αρχές του 2010, ανύποπτος ότι τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς θα κατέρρεε.
Από εκείνη τη μοιραία βραδιά, όταν χτυπήθηκε από βαρύ εγκεφαλικό στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης και οδηγήθηκε -με τεράστια καθυστέρηση- στον «Ευαγγελισμό», δεν ξανασυνήλθε. Το πρώτο διάστημα είχε συνείδηση κι ας μην μπορούσε να μιλήσει, αλλά στη συνέχεια διαδοχικά εγκεφαλικά τού στέρησαν κάθε επαφή με το περιβάλλον. Από την άνοιξη του '11 νοσηλευόταν σε ιδιωτικό θεραπευτήριο, με τα έξοδα νοσηλείας του να τα έχει αναλάβει ο ΟΣΔΕΛ. Ωσπου χθες το πρωί ο Παύλος Μάτεσις ησύχασε. Η κηδεία του θα πραγματοποιηθεί αύριο το απόγευμα, στις 4.00, στο Νεκροταφείο Παπάγου.
Από τους σημαντικότερους δημιουργούς του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου, πεζογράφος και διακεκριμένος μεταφραστής, ο Παύλος Μάτεσις γεννήθηκε στη Δίβρη της Ηλείας το 1933 (κατά άλλους το 1929) κι από μικρός στράφηκε προς την τέχνη και τα γράμματα. Με σπουδές στο βιολί και την υποκριτική και κάτοχος τριών ξένων γλωσσών -αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά- εργάστηκε για ένα διάστημα ως τραπεζικός υπάλληλος, αλλά στα 33 του αποφάσισε ν' αφοσιωθεί αποκλειστικά στη λογοτεχνία. Για ένα φεγγάρι δίδαξε υποκριτική στη Σχολή Σταυράκου (1963-1964), ενώ διετέλεσε και βοηθός-δραματουργός στο Εθνικό Θέατρο (1971-1973).
Το παρθενικό θεατρικό του έργο ήταν το μονόπρακτο «Ο σταθμός» και ακολούθησε «Η τελετή» που ανέβηκε στο Θέατρο Νέας Ιωνίας και στο Εθνικό, το 1967 και το 1969 αντίστοιχα. Αν και στα πρώτα του θεατρικά ο Μάτεσις απομυθοποίησε το νεοελληνικό μικροαστισμό σαρκάζοντάς τον αλύπητα, με το «Φάντασμα του κυρίου Ραμόν Νοβάρο» (1974) στράφηκε προς μια γραφή που παραπέμπει στο θέατρο του παραλόγου, με σαφείς αναφορές στον Μπέκετ. Αργότερα με το «Προς Ελευσίνα» (1995) επιχείρησε μια ανατρεπτική απεικόνιση της ζωής από τη σκοπιά του θανάτου, αρδεύοντας από την αρχαία ελληνική τραγωδία, το δημοτικό τραγούδι και τα παραδοσιακά ήθη και έθιμα. Αλλα γνωστά έργα του, «Λύκε-λύκε», «Εξορία», «Περιποιητής φυτών», «Ενοικιάζεται φύλακας άγγελος».
Η περίφημη Ραραού
Στην πεζογραφία πρωτοεμφανίστηκε το '87 με το σύντομο μυθιστόρημα «Αφροδίτη», όπου μια μεσόκοπη καταπιεσμένη λαϊκή γυναίκα οδηγείται στην ψύχωση και την παιδοκτονία. Ψυχωσική ήταν και η δημοφιλέστερη μυθιστορηματική ηρωίδα του Μάτεσι, η περίφημη Ραραού με το τραυματικό κατοχικό παρελθόν, η πρωταγωνίστρια της πολυμεταφρασμένης «Μητέρας του σκύλου» (Καστανιώτης, 1990), που θέλησε να μεταφέρει στο σινεμά, χωρίς αποτέλεσμα ώς τώρα, ο Εμίρ Κουστουρίτσα. Ενα μυθιστόρημα έντονα επηρεασμένο από το «Τρίτο στεφάνι» του Ταχτσή, με εξαιρετικό ιδεολογικό ενδιαφέρον, σύμφωνα με τον κριτικό Δημοσθένη Κούρτοβικ, στο μέτρο που ο Μάτεσις αντιπαραβάλλει με απόλυτο τρόπο «τον αυθόρμητο μεσογειακό ανθρωπισμό με το στυγνό ορθολογισμό και την αναλγησία του πραγματικού βιαστή της ελληνικής συνείδησης: του δυτικού πολιτισμού».
Στα πεζογραφικά του έργα συγκαταλέγονται ακόμη «Ο Παλαιός των Ημερών», το «Πάντα καλά», η συλλογή διηγημάτων «Υλη δάσους», καθώς και το «Graffito», που έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα του: μια πολιτικο-κοινωνική παρωδία με κέντρο αναφοράς ένα θανατηφόρο ιό, ο οποίος πλήττει όλους τους κρατικούς και εθνικούς θεσμούς που μας έφεραν στο σημερινό αδιέξοδο.
Ως μεταφραστής ο Μάτεσις μετέφερε στη γλώσσα μας από Σέξπιρ, Μπεν Τζόνσον, Ιψεν, Μολιέρο και Αρτό έως Τ. Ουίλιαμς, Πίντερ, Αραμπάλ, Σέπαρντ και Μάμετ, καθώς και άφθονες αριστοφανικές κωμωδίες. Τη θλίψη τους για το θάνατό του εξέφρασαν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, τα γραφεία πολιτισμού της ΔΗΜΑΡ και του ΣΥΡΙΖΑ, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ε. Βενιζέλος και ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού, Κ. Τζαβάρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου