Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Το αδέσποτο -Χρυσούλα Πατρώνου Παπατέρπου


Το   αδέσποτο

 

 

 

   Το είχαμε βρει να λουφάζει κάτω από ένα ξύλινο σκαμνί στο προαύλιο ενός παλιού ναϊσκου στη γειτονιά μας. Μεσοχείμωνας, το κρύο διαπεραστικό!...Όπου να` ταν, θα έπεφτε και το πρώτο χιόνι...

    Άσπρο, με μαύρες βούλες ανάμεσα στα αυτιά και στη ράχη. Και πανέμορφο, παρόλο το πασαλειμμένο με λάσπες τρίχωμα!. Έβγαζε κάτι περίεργες φωνές, μεταξύ κλάματος και θυμού. Γρύλισμα, θα το λέγαμε, μα δεν ήταν καθαρά σκυλίσια φωνή. Είχε πολλά στοιχεία  από ανθρώπινο παράπονο...

    Πέντε αγόρια η παρέα μας, αποφασίσουμε να το πάρουμε μαζί μας. Αμέσως, ξεπρόβαλε το ερώτημα, σε ποιανού σπίτι θα το πηγαίναμε, και τι θα λέγαν οι δικοί μας. Τέλος πάντων, αυτό το αφήσαμε για αργότερα. Πρώτο και κύριο μέλημά μας, να εξοικειωθεί με την παρουσία μας και να αγοράσουμε γάλα για να το ταϊσουμε.

   Το σηκώσαμε προσεκτικά. Δηλαδή, σε μένα έπεσε ο κλήρος, και αυτό δεν αντιστάθηκε καθόλου. Εννοείται, ότι οι λάσπες του μεταφέρθηκαν στα ρούχα μου και έβγαινε τώρα άλλο ένα πρόβλημα στη φόρα. Φρεσκοπλυμένο το είχε η μάνα μου... Δεν βαριέσαι!... Έτσι κι αλλιώς κάθε μέρα κάτι θα έβρισκε να φωνάξει... Πότε σχισμένο παντελόνι από τα πλονζόν στη μπάλα, πότε γράσο από την επιδιόρθωση του ποδηλάτου... Οι λάσπες θα έκαναν τη διαφορά; Με το τάϊσμα δεν τα πήγαμε και πολύ καλά. Δοκιμάσαμε έτσι, άντε και με καλαμάκι... Τίποτα. Κούρνιασε επάνω μου, σταμάτησε και το γρύλισμα· σαν να αποκοιμήθηκε, μου φάνηκε.

   Αποφασίσαμε, ότι την πρώτη φορά θα αποτολμούσα να το πάρω κρυφά σπίτι μου. Θα το έβαζα κάτω από το κρεβάτι -τέτοια ώρα η μάνα μου επισκεπτόταν πάντα τους γέρους γονείς της- και ο Θεός βοηθός!...

   Το πρώτο βήμα πέτυχε. Τον πατέρα μου, τον έφερνα πιο εύκολα βόλτα· θα τον έβαζα να μιλήσει εκείνος στη μαμά. Όλα καλά λοιπόν. -" Και πως θα το βαφτίσετε`" Η ερώτησή του με βρήκε απροετοίμαστο. Δεν το είχαμε σκεφτεί καθόλου. Πετάχτηκε τότε η μικρή αδελφή μου, και με εκείνη την ευρηματικότητα που την διέκρινε πάντα για παρατσούκλια, πέταξε:  “Πρώτα πείτε μου αν είναι αρσενικό ή θηλυκό, και μετά, το κορίτσι θα είναι Λούφα, το αγόρι Λουφ, αφού το βρήκατε να λουφάζει!” Μου άρεσε η ιδέα· Λούφα λοιπόν η σκυλίτσα, η καλλονή. Γρήγορα-γρήγορα πήρε και το πρώτο της σπιτικό μπάνιο. Γυάλισε το τρίχωμά της. Το παραπονιάρικο ύφος χαραγμένο πάντα στα απορημένα ματάκια. Ώσπου να επιστρέψει η νοικοκυρά, είχαμε καταφέρει-ο μπαμπάς δηλαδή- να της δώσουμε και λίγο γάλα.

   Μου ξεκαθάρισε ωστόσο, πως η Λούφα δεν θα έμενε για πάντα στο σπίτι. Χώρος δεν υπήρχε, και στην οικοδομή, ίσως να διαμαρτύρονταν οι άλλοι ένοικοι. Πρώτη μέριμνα όμως, να την πάμε την επόμενη μέρα στον κτηνίατρο για εμβολιασμό.

   Η Λούφα μπήκε για τα καλά στη ζωή μας· όλης της παρέας, εννοώ. Κανονίστηκε. Μια εβδομάδα στον καθένα μας. Και οι γονείς, για να μην χαλάσουν χατήρι στα βλαστάρια τους, που ήδη είχαν αρχίσει να μπαίνουν στην εφηβεία, δηλαδή στα απρόσμενα και  τρελά χρόνια τους, "όχι", δεν τόλμησαν να πουν.

   Πρωί -πρωί μας συνόδευε στο σχολείο· εκεί περίμενε υπομονετικά μέχρι να σχολάσουμε. Η μασκότ όλου του Γυμνασίου είχε γίνει. Η ομορφιά, αλλά και το απίθανο όνομα, είχε κερδίσει τις καρδιές των πάντων. Ως και οι καθηγητές την είχαν συμπαθήσει!...

   Και η Λούφα μας έβγαζε πάντα ασπροπρόσωπους. Ήξερε πως να φερθεί, πότε να γαβγίσει, με ποιον να παίξει, σε ποιον να αγριέψει. Καταπληκτικό αδέσποτο, η σκυλίτσα μας!...

 ...Ώσπου κατέφθασε στη γειτονιά ο νέος νοικάρης με την οικογένειά του. Τη γυναίκα του και τον Μενέλαο, τον μοναχογιό, αρκετά μεγαλύτερό μας. Μαθητή Λυκείου ήδη και δυο κεφάλια ψηλότερο. Ο Μενέλαος, επεδίωξε από την πρώτη μέρα να προσχωρήσει στην παρέα μας. Η αλήθεια είναι, πως μεγαλύτερα αγόρια δεν υπήρχαν άλλα στη γειτονιά. Δεκτός λοιπόν. Μόνο όταν ζήτησε να πάρει και αυτός την Λούφα για μια βδομάδα σπίτι του, διστάσαμε κάπως.- Να το σκεφτούμε,- είπαμε,- ίσως αργότερα..-. Να τον συνηθίσει πρώτα στα παιχνίδια.  Εκείνος φάνηκε πως χόλωσε. Για αρκετές μέρες δεν κατέβαινε καθόλου την ώρα του παιχνιδιού. Όχι ότι μας ενόχλησε το γεγονός, γιατί ήδη είχαμε παρατηρήσει μερικές παραξενιές στη συμπεριφορά του.

   Τέλειωνε η σειρά μου για φιλοξενία της Λούφας την Κυριακή, και από Δευτέρα θα "μετακόμιζε" στο επόμενο αφεντικό. Είχαμε βγει στο δρόμο μετά το μεσημέρι οι δυο μας και περιμέναμε όλη την παρέα για να παίξουμε. Πετάχτηκα για ένα λεπτό μέσα να πάρω τον σκούφο μου, γιατί είχε αρχίσει να φυσάει ένας παγωμένος βοριάς, όταν άκουσα  την Λούφα να αλυχτά παρατεταμένα. Έτρεξα έξω στη στιγμή, και αυτό που αντίκρισα δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ. Η ουρά της  μέσα στις φλόγες! Γύριζε αυτή σε κύκλους διευρυνόμενους και όλο και περισσότερο λαμπάδιαζε. Ο Μενέλαος με ένα δοχείο στο χέρι, την κυνηγούσε και την περιέβρεχε με το υγρό περιεχόμενο. -"Να, για να μάθεις, παλιόσκυλο, να μην θέλεις να έρθεις μαζί μου! Να, θα σε κανονίσω εγώ!" Προσπάθησα να τρέξω προς την Λούφα, εκείνη όμως είχε τρελαθεί πια από τον πόνο και τις φλόγες και δεν άφηνε να την πλησιάσω.

Σε λίγο είχε λαμπαδιάσει ολόκληρη. Άκουσε ο πατέρας μου τα ουρλιαχτά της και τις δικές μου κραυγές απελπισίας, και μόλις είδε το θέαμα, πήρε μια κουβέρτα και την έριξε επάνω στο δύσμοιρο το ζώο. Ήταν ήδη πολύ αργά...

   Την Λούφα την έκλαψε όλη η γειτονιά, όλο το Γυμνάσιο. Ο πατέρας του Μενέλαου,   στρατιωτικός, είχε φτάσει στην πόλη μας με δυσμενή μετάθεση "για βάρβαρη συμπεριφορά σε στρατευμένους!"...Μάθαμε ότι μαύρισε τον Μενέλαο στο ξύλο. Στο νοσοκομείο μεταφέρθηκε από την απαρηγόρητη μάνα...

... Η Λούφα δεν ήταν η μόνη που πλήρωσε ακριβά τις κακές συνήθειες του σαδιστή  οικογενειάρχη... 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου