Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Καθαρόαιμο, αλλά απλοϊκό γουέστερν, με τον Ντεπ καρικατούρα

04/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Καθαρόαιμο, αλλά απλοϊκό γουέστερν, με τον Ντεπ καρικατούρα

Της Λήδας Γαλανού
Ο μοναχικός καβαλάρης
(The Lone Ranger) [2/5]
Σκηνοθεσία: Γκορ Βερμπίνσκι
Ηθοποιοί: Τζόνι Ντεπ, Αρμι Χάμερ, Ελενα Μπόναμ Κάρτερ, Μπάρι Πέπερ, Γουίλιαμ Φίκτνερ, Τομ Γουίλκινσον
Ο «Μοναχικός καβαλάρης» του Γκορ Βερμπίνσκι κυλάει σαν λυσάρι του Πατάκη πάνω στο κινηματογραφικό είδος, ενώ σεναριακά φέρνει στο μυαλό τις περιπέτειες του Τέρενς Χιλ και του Μπαντ Σπένσερ
Ο Τζον Ριντ, ένας ιδεαλιστής δικηγόρος που μοιάζει αταίριαστος μέσα στη σκόνη και τη βία της Αγριας Δύσης, αποφασίζει να εκδικηθεί για τον φόνο του αδελφού του από τον σαδιστή Μπουτς Κάβεντις. Σύντροφος στη διαδρομή του θα είναι ένας μοναχικός, σοφός Ινδιάνος, ο Τόντο, που έχει τα δικά του ζητήματα να λύσει. Μαζί οι δυο άντρες θα τα βάλουν με το σύστημα και θα φροντίσουν ώστε η αλήθεια, η αγάπη και η πίστη να νικήσουν.
Αντλώντας από την κλασική αμερικανική παράδοση και τους αγαπημένους παιδικούς θρύλους, η ταινία είναι μια καθαρόαιμη γουέστερν κωμωδία, η οποία όμως κυλά σαν λυσάρι του Πατάκη πάνω στο κινηματογραφικό είδος και τη συγκεκριμένη ιστορία, χωρίς την ένταση και τον ρυθμό της περιπέτειας.
Τιμώντας τη λαϊκή αμερικανική πίστη στην αυτοδιοίκηση και, ενδεχομένως, στην αυτοδικία, η ιστορία περιγράφει το πώς ένας νομικός γίνεται παράνομος επειδή τον αναγκάζει το σύστημα. Ο Αρμι Χάμερ (ο δίδυμος του «Social Network») στον πρωταγωνιστικό ρόλο του μοναχικού καβαλάρη Τζον Ριντ αντεπεξέρχεται ικανοποιητικά στο προφίλ του clean–cut αγνού Αμερικανού αντιήρωα με το αδέξιο χιούμορ και τη ραγισμένη, ολοκάθαρη καρδιά.
Δίπλα του, ο Τζόνι Ντεπ ως εκκεντρικός Τόντο πλάθει (άλλη μία) καρτουνίστικη καρικατούρα, θάβοντας όλο και πιο βαθιά τις αποδεδειγμένα εκπληκτικές του ικανότητες ως ηθοποιός. Παρά τους μικρούς τους ρόλους, στη μνήμη μένουν εντονότερα οι δυο γυναίκες ηρωίδες της ιστορίας, η «Κόκκινη» Ελενα Μπόναμ Κάρτερ και η Ρουθ Γουίλσον, ως δυο αρχετυπικές και αντίθετες δυναμικές ηρωίδες της Αγριας Δύσης, που έχουν επιλέξει η μια τον δρόμο της αρετής κι η άλλη της προσοδοφόρας πορνείας.
Σκηνοθετικά, ο Γκορ Βερμπίνσκι, ταυτισμένος πια με τις επιτυχίες των «Πειρατών της Καραϊβικής», ξεδίνει με θαυμάσιες σκηνές δράσης (τις λίγες που έχει η ταινία), τόσο ζωντανές και γλαφυρές που μοιάζουν τρισδιάστατες χωρίς να είναι και αναπαριστώντας τις ανοιχτές κοιλάδες και την έρημο του Νέου Κόσμου, τα ντεκόρ και τα κοστούμια του, με πειστική ατμόσφαιρα: μπορεί να μην είναι Τζον Φορντ, αλλά ο Τζον Γουέιν δεν θα είχε καμιά αντίρρηση να περάσει από τα κάδρα του.
Αντίθετα, σεναριακά, η ταινία φέρνει άθελά της στο μυαλό τις περιπέτειες του Τέρενς Χιλ και του Μπαντ Σπένσερ. Εξαιρετικά απλοϊκή, θέλοντας προφανώς όχι απλώς να τραβήξει πλήθος στα ταμεία, αλλά και να εξηγήσει αναλυτικά και περιγραφικότατα τους κλασικούς ήρωες της αμερικανικής παράδοσης στην υπόλοιπη υφήλιο, ξεχνά την παράμετρο της ψυχαγωγίας, του ενθουσιασμού, του πρωτότυπου χιούμορ, χτίζοντας πάνω σε στοιχεία που αναλύονται καλύτερα και πιο διασκεδαστικά στο «Toy Story».
Επιπλέον, η τεράστια διάρκειά της, σχεδόν δυόμισι ώρες, δείχνει μια σκηνοθετική αλαζονεία που θα επωφελούνταν από ένα αυστηρότερο… χαλινάρι!
Είναι τρελοί αυτοί οι Γάλλοι
(Vive la France) [2/5]
Σκηνοθεσία: Μικαέλ Γιουν
Ηθοποιοί: Ζοζέ Γκαρσιά, Μικαέλ Γιουν, Ιζαμπέλ Φουναρό
Ο Μουζαφάρ και ο Φερούζ είναι δυο αφελείς, καλοπροαίρετοι βοσκοί από το Ταμπουλιστάν: τη μικρή χώρα της Ασίας που έγινε γνωστή γιατί εφηύρε το… ταμπουλέ! Με εντολή του αγαπημένου τους Δικτάτορα, οι δυο άντρες πηγαίνουν στη Γαλλία ινκόγκνιτο, με σκοπό να κάνουν γνωστή τη χώρα τους στον υπόλοιπο κόσμο, ισοπεδώνοντας τον Πύργο του Αϊφελ. Για να το καταφέρουν αυτό, θα χρειαστεί να διατρέξουν τους κινδύνους που εγκυμονεί η Γαλλία –από Κορσικανούς εθνικιστές και ταξιτζήδες κλέφτες μέχρι τα βρομερά τυριά– με τη βοήθεια της όμορφης Μαριάν, δημοσιογράφου που θεωρώντας τους παράνομους μετανάστες θα βαλθεί να τους διασώσει, δείχνοντάς τους ταυτόχρονα τις πραγματικές ομορφιές που κρύβει η «άλλη» Γαλλία.
Ενας (ή, καλύτερα, δύο!) Σάσα Μπάρον Κόεν α λα γαλλικά είναι η νέα κωμωδία του Μικαέλ Γιουν, μια και, συνδυάζοντας το θράσος και το ανατρεπτικό χιούμορ ενός «Μπόρατ» ή ενός «Δικτάτορα» με τα γκαγκ των κλασικών αμερικανικών ταινιών του είδους, παρουσιάζει μια τολμηρή, γεμάτη αυτοσαρκασμό σάτιρα του γαλλικού πολιτισμού, με προεκτάσεις σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή νοοτροπία. Οι δύο πρωταγωνιστές, Γιουν και Γκαρσιά, συμπληρώνουν με κέφι τις αδυναμίες του σεναρίου, επιδεικνύοντας το ολοζώντανο ταλέντο τους. Μια συρραφή από σκετς στην ουσία, η ταινία απευθύνεται περισσότερο στο γαλλικό κοινό, συνδυάζοντας την άγαρμπη φάρσα με μια εθνική τρυφερότητα και λίγο ξένοιαστο γέλιο, χωρίς ενοχές αλλά ούτε και ιδιαίτερη ευφυΐα.
Ανοιχτοί λογαριασμοί
(Hit & Run) [1,5/5]
Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Πάλμερ, Νταξ Σέπαρντ
Ηθοποιοί: Κρίστεν Μπελ, Νταξ Σέπαρντ, Κριστίν Τσένογουεθ, Τομ Αρνολντ, Μπράντλεϊ Κούπερ
Ο Τσάρλι Μπρόνσον ήταν μέλος μια συμμορίας, αλλά τώρα ζει ινκόγκνιτο σε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων. Ερωτευμένος τρελά με την Ανι, θα διακινδυνεύσει την ασφάλεια και τη ζωή του προκειμένου να τη συνοδεύσει στο Λος Αντζελες για τη δουλειά των ονείρων της. Η τολμηρή απόφαση του Τσάρλι θα φέρει στο κατόπι του τους πρώην συντρόφους του που ζητούν εκδίκηση.
Ο Νταξ Σέπαρντ του «Parenthood» παρουσιάζει, μαζί με την εκλεκτή της καρδιάς του Κρίστεν Μπελ, μια κωμωδία δρόμου που βρίσκεται στα καλύτερά της όταν ξεφεύγει από τη λογική, σε ακραίες εκρήξεις χιούμορ του παραλόγου, και στα χειρότερά της όταν παραδίδεται στην αχρείαστα μπερδεμένη πλοκή της. Το ζευγάρι Σέπαρντ – Μπελ πετάει σπίθες, ο Μπράντλεϊ Κούπερ είναι απολαυστικός με τα dreadlocks του κι έξω από αυτά, όλα κυλούν σε δυο ρόδες, σ’ ένα ασταμάτητο κυνηγητό χωρίς ρυθμό που παρασύρει.
Η αγάπη δεν έρχεται μόνη
(Un Bonheur n’ Arrive Jamais Seul) [2/5]
Σκηνοθεσία: Τζέιμς Χιουθ
Ηθοποιοί: Γκαντ Ελμαλέχ, Σοφί Μαρσό, Μορίς Μπαρτελεμί, Φρανσουά Μπερλεάν
Ο Σασά είναι ένας 40άρης αμετανόητος εργένης, έφηβος στην ψυχή και στο μυαλό. Γράφει τζινγκλ για διαφημιστικά για τα προς το ζην, αλλά είναι πιο χαρούμενος παίζοντας πιάνο στα μπαρ, πίνοντας και φλερτάροντας ώς το ξημέρωμα. Οταν ο Σασά θα γνωρίσει τη συνομήλική του Σαρλότ, θα αρχίσει να αισθάνεται κάτι παράξενο και άγνωστο που μπορεί και να ’ναι ο έρωτας! Η Σαρλότ έχει τρία παιδιά κι έναν πιεστικό πρώην σύζυγο που κρατά την καριέρα του Σασά στα χέρια του. Μήπως όμως αυτή είναι η πρώτη φορά που αξίζει τον κόπο ο Σασά να προσπαθήσει να κρατήσει κάτι στη ζωή του;
Η ταινία μιμείται απροκάλυπτα τις αμερικανικές ρομαντικές κομεντί του ’50, από την αισθητική της και το αυτοκίνητο του Σασά μέχρι τη δομή και το πνεύμα της, το σενάριο το γεμάτο «χαριτωμένες» γκάφες, παιχνιδιάρικο φλερτ και την αισιοδοξία της αθωότητας. Μόνο που η επανάληψη μιας κατηγορίας δοξασμένων ταινιών του παρελθόντος μοιάζει αφελής και ψεύτικη σήμερα. Εκείνος είναι «ανεξάρτητος» καλλιτέχνης, φτωχός αλλά με όραμα, μένει φυσικά στη Μονμάρτρη κι οι αγαπημένες του ταινίες είναι οι «Αριστογάτες» της Ντίσνεϊ (της οποίας «διασκευή» θα μπορούσε και να θεωρηθεί η ταινία) και η «Καζαμπλάνκα». Εκείνη είναι συγκροτημένη μεγαλοαστή, που ζει στο τέλειο διαμέρισμα με τα τέλεια παιδάκια για ντεκόρ κι επισκέπτεται τακτικά την αδελφή της που έχει, φυσικά, ανθοπωλείο. Εκείνο, ωστόσο, που κάνει την ταινία ελκυστική μέσα στη σαχλαμάρα της είναι το πρωταγωνιστικό ζευγάρι, ο γοητευτικός και ανάλαφρα σέξι Ελμαλέχ και η Σοφί Μαρσό, που μοιάζει, ξανά, το ίδιο λαμπερή, ζουμερή και αισθησιακή όπως ήταν στα 20.
Οι δυο τους και μόνο και η χημεία που γεννιέται ανάμεσά τους δίνουν ρυθμό στην προσχηματική ιστορία και αντοχές μέχρι το φινάλε.
Ο υπνωτιστής
(The Hypnotist / Hypnotisören) [1,5/5]
Σκηνοθεσία: Λάσε Χάλστρομ
Ηθοποιοί: Μίκαελ Πέρσμπραντ, Λίνα Ολιν, Τομπίας Ζιλιάκους, Οσκαρ Πέτερσον, Ανα Αζγκαράτε
Μετά από μια άγρια δολοφονία που πνίγει στο αίμα μια ολόκληρη οικογένεια, μοναδικός επιζών και μάρτυρας είναι ο νεαρός γιος που όμως βρίσκεται σε κώμα. Ο αστυνομικός Γιούνα Λίνα, για να διαλευκάνει την υπόθεση, θα ζητήσει τη βοήθεια του υπνωτιστή Ερικ Μαρία Μπαρκ. Μόνο που η επικοινωνία με τον μάρτυρα θα φέρει στην επιφάνεια περισσότερες αλήθειες απ’ ό,τι ίσως είναι καλό για όλους τους εμπλεκόμενους.
Επιστρέφοντας στη γενέτειρά του Σουηδία, μετά από μια άνιση καριέρα στην Αμερική («Chocolat», «Dear John», «Ψαρεύοντας σολομούς στην Υεμένη», μεταξύ άλλων), ο Λάσε Χάλστρομ διασκευάζει το ομότιτλο best-seller θρίλερ του Λαρς Κέπλερ – λογοτεχνικό ψευδώνυμο των Αλεξάντερ και Αλεξάντρα Κοέλο Αντορίλ. Στην ταινία, τα βασικά γνωρίσματα των πρόσφατα δημοφιλών σκανδιναβικών θρίλερ είναι όλα παρόντα: γκρίζα, ομιχλώδης ατμόσφαιρα, ήρωες μοναχικοί, στα πρόθυρα της κατάθλιψης, κυριολεκτικό και υπαρξιακό σκοτάδι, διαστροφή και εγκληματικότητα, άνθρωποι πληγωμένοι που προσπαθούν να βρουν τη σωτηρία σώζοντας κάποιον άλλον.
Αντί για δράση και ταχύτητα, ο Χάλστρομ επιλέγει τις γόνιμες σιωπές, οι οποίες ωστόσο, αντί να χτίζουν χαρακτήρες ή ιστορία, καθυστερούν απλώς τον ρυθμό της ταινίας. Οι πρωταγωνιστές του δίνουν ταυτότητα στον ρόλο τους περισσότερο με τα ιδιαίτερα, ξεχωριστά πρόσωπά τους, παρά με τις ερμηνείες ή τις ατάκες τους. Κι ενώ μια θαυμάσια ανατροπή στα μέσα του φιλμ υπόσχεται σασπένς και απρόσμενες εξελίξεις, το σενάριο αποδεικνύεται απλοϊκό στην επίλυση του μυστηρίου, καθώς συμπτώσεις και κινηματογραφικές ελευθερίες αντικαθιστούν την κοινή λογική ή, ακόμα καλύτερα, τη δημιουργική φαντασία.
Αφιέρωμα Χίτσκοκ
Στον κινηματογράφο Αστυ, για δυο γεμάτες εβδομάδες από σήμερα, δύο ταινίες (3 προβολές) την ημέρα προσφέρουν καλοκαιρινή χιτσκοκική απόλαυση. Οι ταινίες που θα προβληθούν είναι η «Ταβέρνα της Τζαμάικα» («Jamaica Inn») του 1939, «Ρεβέκκα» του 1940, «Οι ναυαγοί» («The Lifeboat») του 1944, το «Notorious» του 1946, η «Υπόθεση Παραντάιν» («The Paradine Case») του 1947, το «Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως» («Dial M for Murder») του 1954, ο «Σιωπηλός μάρτυρας» («Rear Window») του 1954, το «Κυνήγι του κλέφτη» («To Catch a Thief») του 1955, o «Ανθρωπος που γνώριζε πολλά» («The Man Who Knew Too Much») του 1956, ο «Δεσμώτης του ιλίγγου» («Vertigo») του 1958 και το «Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων» («North by Northwest») του 1959.
* «Ζούσε τη ζωή της» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Η ταινία που όρισε τη νουβέλ βαγκ, το ιστορικό αριστούργημα του 1962 που αποκάλυψε τη μελαγχολική μαγεία της Ανα Καρίνα, η ιστορία μιας γυναίκας που αναζητώντας την ελευθερία της πουλά το κορμί της, ξαναπροβάλλεται στις αίθουσες. Η ταινία βγαίνει ως επανέκδοση, παρότι δεν παίζεται με νέες κόπιες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου