Έντυπη Έκδοση
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 19 Μαΐου 2013
Μας εξηγεί ότι «η Φινλανδία, χώρα που αντιμετώπισε βαθιά οικονομική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του '90, έκανε τεράστιες περικοπές σε όλους τους τομείς αλλά αύξησε τις δαπάνες και προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις στον τομέα που ονόμασε "εκπαίδευση, έρευνα, καινοτομία". Σήμερα ανήκει στις οικονομικά πιο ισχυρές χώρες της Ευρώπης. Είναι φανερό ότι κάτι αντίστοιχο χρειάζεται η Ελλάδα, και είναι βέβαιο ότι μόνον η επένδυση στην εκπαίδευση εγγυάται σταθερή και αειφόρο ανάπτυξη».
«Ψαλίδι» παντού
Ο καθηγητής τονίζει ότι «εμείς βιώνουμε το εντελώς αντίθετο: δηλαδή συνεχείς περικοπές και έλλειψη οποιουδήποτε οράματος για την εκπαίδευση και το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην αγωνιώδη προσπάθεια για έξοδο από την κρίση. Πιο ανησυχητικό ακόμη και από τις περικοπές είναι το γεγονός ότι έχουν αναπτυχθεί ένας λόγος και μια ρητορεία που προμηνύουν επιδείνωση της κατάστασης και καταστροφές. Λέγεται, π.χ., ότι η απόλυση εκπαιδευτικών των 600 ευρώ είναι απαραίτητη, διότι αυτοί είναι πλεονάζοντες, καθώς οι διεθνείς στατιστικές δείχνουν ότι η δική μας αναλογία εκπαιδευτικών/μαθητών είναι, δήθεν, από τις καλύτερες στην Ευρώπη.
»Οσοι χρησιμοποιούν το επιχείρημα αυτό για να απολύσουν εκπαιδευτικούς, το μόνο που κάνουν είναι να δείξουν την απόλυτη ασχετοσύνη τους ή την ανειλικρίνειά τους. Ο δείκτης αυτός σχετίζεται κυρίως με τον αριθμό ωρών διδασκαλίας των μαθητών. Ετσι, αν έχουμε δύο εκπαιδευτικά συστήματα με τον ίδιο αριθμό μαθητών, την ίδια κατανομή και τις ίδιες διδακτικές υποχρεώσεις των εκπαιδευτικών, αλλά με τη διαφορά ότι στο πρώτο οι μαθητές φοιτούν 30 ώρες την εβδομάδα ενώ στο δεύτερο φοιτούν 35, τότε το δεύτερο θα παρουσιάζει μικρότερη αναλογία διδασκόντων/διδασκομένων κατά 14,5%. Αυτό συμβαίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό στη δική μας χώρα».
Δεν παραλείπει επίσης να σημειώσει ότι η επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας δεν συνέβαλε στην αναβάθμιση του αναγκαίου διαλόγου. Αντίθετα, μπορεί να υπονομεύσει μακροχρόνια οποιοδήποτε σοβαρό εγχείρημα, καθώς ως μοναδικό αποτέλεσμα -αν όχι συνειδητό σκοπό- έχει την υπονόμευση του κύρους των εκπαιδευτικών. Ομως, σύμφωνα με όλες τις έρευνες, το υψηλό κύρος των εκπαιδευτικών μαζί με έναν αξιοπρεπή μισθό αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και για την καλή λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος.
Και προσθέτει: «Βεβαίως χρειαζόμαστε γενναίες και ριζικές αλλαγές στην εκπαίδευσή μας, και σε αυτές προφανώς πρέπει να συμβάλουν και οι εκπαιδευτικές οργανώσεις. Το όραμα παλαιότερων γενεών, ότι η εκπαίδευση μπορεί να συμβάλει στην κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας και να θεμελιώσει την ευημερία των ανθρώπων και την κοινωνική δικαιοσύνη, πρέπει να αναστηθεί και πάλι, όχι με γενικολογίες, αλλά με συγκεκριμένες προτάσεις που στηρίζονται στη γνώση.
»Χρειαζόμαστε σχολεία όπου η καλλιέργεια της δημιουργικότητας, της προθυμίας και ικανότητας για συνεργασία, και άλλων τέτοιων κομβικών ικανοτήτων, θα πηγαίνουν αντάμα με την απόκτηση γνώσεων από όλες τις επιστήμες. Μπορούμε ακόμη και σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες να κάνουμε αυτές τις αλλαγές· και είμαστε υποχρεωμένοι να τις κάνουμε, επειδή οι συνθήκες είναι άσχημες και πρέπει να αλλάξουν. Ας θυμόμαστε όμως ότι ποτέ και πουθενά δεν έχει υπάρξει επιτυχημένη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με κατασυκοφαντημένους και ταπεινωμένους εκπαιδευτικούς».
πηγή:Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 19 Μαΐου 2013
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 19 Μαΐου 2013
«Ανάπτυξη εγγυάται μόνο η επένδυση στην εκπαίδευση»
«Ποτέ και πουθενά δεν έχει υπάρξει επιτυχημένη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με κατασυκοφαντημένους και ταπεινωμένους εκπαιδευτικούς», υπογραμμίζει στην «Κ.Ε.» ο καθηγητής του ΑΠΘ, Γιώργος Τσιάκαλος
Κόντρα στην πολιτική των συστηματικών περικοπών στην Παιδεία, ο καθ. Παιδαγωγικής του ΑΠΘ Γιώργος Τσιάκαλος υποστηρίζει ότι η πιο σοβαρή επένδυση που πρέπει να κάνει η Ελλάδα, ώστε να βγει από την κρίση, είναι στην εκπαίδευση, μέσω γενναίων μεταρρυθμίσεων.
Εντοπίσαμε τον καθηγητή του ΑΠΘ στο Λουξεμβούργο, όπου βρισκόταν στο πλαίσιο της συνεργασίας του με το εκεί υπουργείο Παιδείας, το οποίο αυτή την περίοδο αξιολογεί το δικό του εκπαιδευτικό σύστημα και προχωράει στις απαραίτητες αλλαγές, στο σχεδιασμό των οποίων θα συμβάλει και ο ίδιος. Μας εξηγεί ότι «η Φινλανδία, χώρα που αντιμετώπισε βαθιά οικονομική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του '90, έκανε τεράστιες περικοπές σε όλους τους τομείς αλλά αύξησε τις δαπάνες και προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις στον τομέα που ονόμασε "εκπαίδευση, έρευνα, καινοτομία". Σήμερα ανήκει στις οικονομικά πιο ισχυρές χώρες της Ευρώπης. Είναι φανερό ότι κάτι αντίστοιχο χρειάζεται η Ελλάδα, και είναι βέβαιο ότι μόνον η επένδυση στην εκπαίδευση εγγυάται σταθερή και αειφόρο ανάπτυξη».
«Ψαλίδι» παντού
Ο καθηγητής τονίζει ότι «εμείς βιώνουμε το εντελώς αντίθετο: δηλαδή συνεχείς περικοπές και έλλειψη οποιουδήποτε οράματος για την εκπαίδευση και το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην αγωνιώδη προσπάθεια για έξοδο από την κρίση. Πιο ανησυχητικό ακόμη και από τις περικοπές είναι το γεγονός ότι έχουν αναπτυχθεί ένας λόγος και μια ρητορεία που προμηνύουν επιδείνωση της κατάστασης και καταστροφές. Λέγεται, π.χ., ότι η απόλυση εκπαιδευτικών των 600 ευρώ είναι απαραίτητη, διότι αυτοί είναι πλεονάζοντες, καθώς οι διεθνείς στατιστικές δείχνουν ότι η δική μας αναλογία εκπαιδευτικών/μαθητών είναι, δήθεν, από τις καλύτερες στην Ευρώπη.
»Οσοι χρησιμοποιούν το επιχείρημα αυτό για να απολύσουν εκπαιδευτικούς, το μόνο που κάνουν είναι να δείξουν την απόλυτη ασχετοσύνη τους ή την ανειλικρίνειά τους. Ο δείκτης αυτός σχετίζεται κυρίως με τον αριθμό ωρών διδασκαλίας των μαθητών. Ετσι, αν έχουμε δύο εκπαιδευτικά συστήματα με τον ίδιο αριθμό μαθητών, την ίδια κατανομή και τις ίδιες διδακτικές υποχρεώσεις των εκπαιδευτικών, αλλά με τη διαφορά ότι στο πρώτο οι μαθητές φοιτούν 30 ώρες την εβδομάδα ενώ στο δεύτερο φοιτούν 35, τότε το δεύτερο θα παρουσιάζει μικρότερη αναλογία διδασκόντων/διδασκομένων κατά 14,5%. Αυτό συμβαίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό στη δική μας χώρα».
Δεν παραλείπει επίσης να σημειώσει ότι η επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας δεν συνέβαλε στην αναβάθμιση του αναγκαίου διαλόγου. Αντίθετα, μπορεί να υπονομεύσει μακροχρόνια οποιοδήποτε σοβαρό εγχείρημα, καθώς ως μοναδικό αποτέλεσμα -αν όχι συνειδητό σκοπό- έχει την υπονόμευση του κύρους των εκπαιδευτικών. Ομως, σύμφωνα με όλες τις έρευνες, το υψηλό κύρος των εκπαιδευτικών μαζί με έναν αξιοπρεπή μισθό αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και για την καλή λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος.
Και προσθέτει: «Βεβαίως χρειαζόμαστε γενναίες και ριζικές αλλαγές στην εκπαίδευσή μας, και σε αυτές προφανώς πρέπει να συμβάλουν και οι εκπαιδευτικές οργανώσεις. Το όραμα παλαιότερων γενεών, ότι η εκπαίδευση μπορεί να συμβάλει στην κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας και να θεμελιώσει την ευημερία των ανθρώπων και την κοινωνική δικαιοσύνη, πρέπει να αναστηθεί και πάλι, όχι με γενικολογίες, αλλά με συγκεκριμένες προτάσεις που στηρίζονται στη γνώση.
»Χρειαζόμαστε σχολεία όπου η καλλιέργεια της δημιουργικότητας, της προθυμίας και ικανότητας για συνεργασία, και άλλων τέτοιων κομβικών ικανοτήτων, θα πηγαίνουν αντάμα με την απόκτηση γνώσεων από όλες τις επιστήμες. Μπορούμε ακόμη και σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες να κάνουμε αυτές τις αλλαγές· και είμαστε υποχρεωμένοι να τις κάνουμε, επειδή οι συνθήκες είναι άσχημες και πρέπει να αλλάξουν. Ας θυμόμαστε όμως ότι ποτέ και πουθενά δεν έχει υπάρξει επιτυχημένη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με κατασυκοφαντημένους και ταπεινωμένους εκπαιδευτικούς».
πηγή:Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 19 Μαΐου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου