18:34 | 04 Δεκ. 2014
Τον «οδικό χάρτη» του νέου Δημοτικού παρουσίασε ο υπουργός Παιδείας, Ανδρέας Λοβέρδος κατά την εισήγησή του στη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. Αν ξύσει κανείς τα περιτυλίγματα και τα ευχολόγια η πρόταση του υπουργείου Παιδείας περιλαμβάνει την ευελιξία του προγράμματος σπουδών (οι εκπαιδευτικοί συνδιαμορφώνουν σε ένα ποσοστό την ύλη), την λειτουργική και διοικητική αυτοτέλεια των σχολικών μονάδων, την αλλαγή στο πρότυπο διοίκησης τόσο της σχολικής μονάδας όσο και γενικότερα σε επίπεδο Περιφέρειας και Διεύθυνσης, την ενίσχυση της αυτονομίας, του σχεδιασμού σε όλα τα επίπεδα, του προγραμματισμού, της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και της λογοδοσίας, την ισχυροποίηση των Περιφερειακών Διευθύνσεων με αποκέντρωση, «καθετοποίηση» και αντιστοίχιση υπηρεσιών με κέντρο διαχείρισης προσωπικού, την Περιφέρεια Εκπαίδευσης, την εμπλοκή των κοινωνικών εταίρων, των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης, των γονέων και τη δημιουργία ενός σχολείου όχι μόνο γνώσεων, αλλά και δεξιοτήτων.
Παράλληλα, μιλώντας στη Βουλή και σε πολλές συνεντεύξεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τους τελευταίους μήνες, ο υπουργός Παιδείας, ανακοίνωσε την στόχευσή του να αλλάξει τα πράγματα στο Δημοτικό σχολείο. Ωστόσο, μέχρι τώρα έχει δώσει μόνο ένα ασαφές περίγραμμα των προθέσεών του: «λιγότερες μεταδιδόμενες πληροφορίες, περισσότερη γνώση και δημιουργική απασχόληση, λιγότερη επιβάρυνση του παιδιού και περισσότερη δουλειά στο σχολείο και σχεδόν καθόλου στο σπίτι, είναι οι στόχοι μας. Θέλουμε τα παιδιά να πάψουν να μισούν το σχολείο, θέλουμε να το αγαπήσουν ως χώρο δικό τους. Λιγότερη ύλη, περισσότερη παιδεία είναι το σύνθημά μας. Πρώτα και πάνω απ' όλα ο μαθητής».
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ «ΠΡΩΗΝ»
Να κάνουμε αρχικά μια παρατήρηση σε ένα θέμα που βγάζει μάτι: Αν στο δημοτικό σχολείο υπάρχουν σοβαρά προβλήματα (και υπάρχουν) πως είναι δυνατόν να τα λύσουν εκείνοι οι οποίοι με τις πολιτικές τους τα δημιούργησαν; Είναι δυνατόν οι πρώην Υπουργοί Παιδείας, ο κ. Αρβανιτοπουλος, η κ. Διαμαντοπούλου, ο κ. Στυλιανίδης, η κ. Γιαννάκου, ο κ. Αρσένης (για να μην πάμε και παλιότερα) που θα αποτελέσουν το Συμβούλιο των πρώην Υπουργών Παιδείας, να βοηθήσουν την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση να ορθοποδήσει, όταν αυτοί οι ίδιοι έβαλαν και τα δυο τους χέρια για να την υπονομεύσουν και να την ξεπατώσουν;
Για παράδειγμα, δεν ήταν η πολιτική της πρώην Υπουργού Παιδείας κ. Άννας Διαμαντοπούλου που με το απατηλό σύνθημα «Πρώτα και πάνω απ' όλα ο μαθητής» (το ίδιο, ακριβώς, που χρησιμοποιεί σήμερα ο Ανδρέας Λοβέρδος) διαχειρίστηκε τα εκπαιδευτικά ζητήματα με τέτοιο τρόπο που αφού έβαλε λουκέτο σε περισσότερα από 1000 σχολεία έστειλε στους μαθητές αντί για σχολικά βιβλία φωτοτυπίες; Δεν ήταν για παράδειγμα η πολιτική των πρώην Υπουργών Γιαννάκου-Αρβανιτόπουλου που επέβαλαν τα άθλια νέα βιβλία στο δημοτικό, αύξησαν και δυσκόλεψαν τα γνωστικά αντικείμενα και έκαναν άνω κάτω το αναλυτικό πρόγραμμα των δημοτικών σχολείων;
ΟΙ ΚΑΙΝΟΦΑΝΕΙΣ ΙΔΕΕΣ ΤΟΥ Α. ΛΟΒΕΡΔΟΥ ΕΡΓΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Πατώντας, επικοινωνιακά, πάνω σε υπαρκτά προβλήματα στο σύστημα εκπαίδευσης στο Δημοτικό Σχολείο, που ομολογούνται απ' όλους, ο Υπουργός Παιδείας τολμά να εξαγγέλλει ως «ριζοσπαστικές, φιλοεκπαιδευτικές αλλαγές» αυτές ακριβώς που προβλέπονταν και στο «νέο σχολείο» των προκατόχων του, της Ά. Διαμαντοπούλου και του Κ. Αρβανιτόπουλου (την πολιτική αυτή θέλει στην ουσία να «μετεξελίξει δημιουργικά»). Θυμίζουμε ότι τις σημερινές «φαεινές ιδέες» του Υπουργού Παιδείας μπορεί να τις διαβάσει κανείς στο επίσημο κείμενο του ΠΑΣΟΚ το 2009 «Ένα ανοικτό σχολείο που βλέπει στο µέλλον» στο οποίο η τότε Υπουργός Παιδείας Α. Διαμαντοπούλου προτείνει «µια δυναµική εκπαιδευτική µονάδα, µε ευελιξία, λόγο και ευθύνη στη διαχείριση πόρων και την οργάνωση της µάθησης».
Βεβαίως παρόμοιες κατευθύνσεις είχε και η πολιτική του Υπουργείου Παιδείας, αρκετά χρόνια πριν, το 1995 όταν Υπουργός Παιδείας ήταν ο Γ. Παπανδρέου, ο οποίος εκείνη την εποχή προσπάθησε, ανεπιτυχώς λόγω μεγάλων αντιδράσεων, να κάνει πράξη την κατευθυντήρια γραμμή της Ε.Ε. για αποκέντρωση των σχολικών μονάδων όπου το σχολείο καλούνταν ως «αποκεντρωμένη και αυτόνομη μονάδα» να παραμερίζει τη γενική μόρφωση σε όφελος ενός ελάχιστου ορίου δεξιοτήτων που ζητά η αγορά, για να γίνονται πιο προσφιλή στις επιχειρήσεις εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη χρηματοδότηση.
Παράλληλα την ίδια ώρα που το υπουργείο ελάχιστα μας διαφωτίζει στις λεπτομέρειες των αλλαγών, δίνει επικοινωνιακά τα ρέστα του, στο θέμα της μείωσης της ύλης και της ελάφρυνσης των μαθητών από τη μελέτη στο σπίτι. Ξεσκονίζει όλα τα γνωστά ρεφραίν της «ευαισθησίας του για «τα παιδιά που τα έχουμε τρελάνει» του πατώντας, κυριολεκτικά, πάνω στην πραγματική αγωνία γονιών και εκπαιδευτικών, που βλέπουν την παιδικότητα να συνθλίβεται από την αύξηση της διδακτέας ύλης και του βαθμού δυσκολίας της, που έφερε η μεταρρύθμιση των δυο κυρίαρχων κομμάτων στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση το 2006 με τα νέα Αναλυτικά Προγράμματα και βιβλία. Τότε, που υλοποιώντας τις πληρωμένες οδηγίες της Ε.Ε. οι Υπουργοί Παιδείας του ΠΑΣΟΚ έκοβαν και οι Υπουργοί Παιδείας της Ν.Δ έραβαν.
ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ
Και αυτή η τακτική είναι γνωστή, αφού κάθε επιχείρηση αναδιάρθρωσης είτε στον τομέα της οικονομίας, είτε στον τομέα της υγείας, είτε στον τομέα της εκπαίδευσης, πατάει σε προβλήματα που έχει δημιουργήσει η ίδια ακριβώς πολιτική που καλείται τάχα να τα λύσει. Επομένως, όποιος έχει μάτια να δει και την τιμιότητα να πιστέψει στα μάτια του, καταλαβαίνει ότι το Υπουργείο Παιδείας δεν κόπτεται, όπως ισχυρίζεται, «να ελαφρύνει τη σάκα των μαθητών», αλλά να προσαρμόσει την εκπαίδευση στο Δημοτικό Σχολείο, στις τωρινές ανάγκες, αφενός των δραστικών περικοπών του προϋπολογισμού για την παιδεία και την προσαρμογή του σχολείο στο πατρόν των μνημονίων.
Και καθόλου δεν πρέπει να βγαίνει έξω από την οπτική της εκπαιδευτικής κοινότητας ότι οι αλλαγές που επιχειρεί να επιβάλλει το Υπουργείο Παιδείας, συνδέονται με ένα νήμα και με την «γραμμή» να δημιουργηθούν οι όροι έτσι ώστε το σχολείο να μπορεί να λειτουργήσει αφενός με λιγότερο προσωπικό αφετέρου με προσωπικό που θα κάνει λίγο απ΄ όλα. Είναι ξεκάθαρος στόχος: Το νέο Δημοτικό θα πρέπει να λειτουργήσει με λιγότερους και πιο ευέλικτους εργασιακά εκπαιδευτικούς. Ήρθαν τα μνημόνια οπότε όλοι οι εκπαιδευτικοί θα διδάσκουν απ' όλα και θα λένε «ευχαριστώ» που έχουν δουλειά καθώς «εκεί έξω υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες αδιόριστοι». Κάπως έτσι βλέπει τα πράγματα ο Υπουργός Παιδείας. Γι αυτό εξάλλου ενώ κλίνει σε όλες τις πτώσεις τη μείωση της ύλης, των γνωστικών αντικειμένων κλπ κάνει γαργάρα το περιεχόμενο του Δημοτικού Σχολείου: Τις αναχρονιστικές αντιλήψεις, την αντιεπιστημονικότητα, τη «φτώχεια» στο περιεχόμενό του.
Όπως πολύ σωστά επισημαίνουν μάχιμοι εκπαιδευτικοί, το σχολείο αυτό δεν έχει να κάνει με την ολοκληρωμένη και ολόπλευρη μόρφωση και την πολυεπίπεδη ανάπτυξη της προσωπικότητας του νέου ανθρώπου, μέσα σ' ένα περιβάλλον χαράς, και δημιουργικότητας. Οι εύηχες λέξεις «λιγότερες μεταδιδόμενες πληροφορίες», «λιγότερη ύλη» και «περισσότερη γνώση» είναι το καμουφλάζ για την επιβολή της πρώιμης εξειδίκευσης, της μετάδοσης απλά και μόνο των απαραίτητων δεξιοτήτων που απαιτεί η αγορά εργασίας (πολύ γυμναστική, λίγα ελληνικούλια, λίγα αγγλικούλια, στοιχεία από θετικές επιστήμες και χρήση των Η/Υ).
Και αν το Υπουργείο περιορίζεται σε γενικολογίες (μείωση της ποσότητας της ύλης και περισσότερη παιδεία) που χαϊδεύουν τα αυτιά των οικογενειών που έχουν παιδιά στο δημοτικό σχολείο και δεν ανοίγει τα χαρτιά του, η προβολή της άποψης για δημιουργική εκπαίδευση δείχνει ότι το περιεχόμενο της μόρφωσης οδηγείται σε υποβάθμιση στο όνομα του μεγάλου φόρτου μαθημάτων, προκειμένου να ενισχυθεί, αφενός η επιβολή στα σχολεία ενός ελαστικού προγράμματος που θα εξαρτιέται από το υπάρχον διαθέσιμο προσωπικό και αφετέρου, ένας πρώιμος τύπος κατάρτισης. Άλλωστε, όπως σωστά έχει επισημανθεί η κατάρτιση από τα σπάργανα ως τα σάβανα δείχνει ότι αυτή δε συνεχίζεται μόνο μέχρι αργά, αλλά και ξεκινά και από νωρίς.
ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗ / ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Παράλληλα το Υπουργείο Παιδείας επείγεται να μετατρέψει τα σχολεία σε «αυτόνομες» μονάδες, κάτι σαν επιχειρήσεις που θα «βγάζουν το ψωμί τους μόνες τους», με την αξιοποίηση προγραμμάτων ΕΣΠΑ (που όλοι γνωρίζουν ότι δεν είναι τίποτε περισσότερο από «πληρωμένες οδηγίες» για την υποταγή της εκπαίδευσης στις ανάγκες του κεφαλαιοκρατικού κέρδους). Πίσω από αυτού του τύπου τη διοικητική αυτοτέλεια η οποία θα συνδέεται και με την αλλαγή στο πρότυπο διοίκησης της σχολικής μονάδας, κρύβεται η ευθύνη του κόστους λειτουργίας του σχολείου στους εκπαιδευτικούς και θα μετακυλίεται στους γονείς των μαθητών.
Στα πλαίσια της αποκέντρωσης είναι προφανές ότι ο εκπαιδευτικός καλείται να έχει ένα νέο ρόλο και κυρίως αυτοί που ασκούν διοίκηση. Στην ουσία θα μετατραπούν σε μάνατζερ – διαχειριστές που θα είναι υποχρεωμένοι ν΄ αναζητούν πηγές χρηματοδότησης για τη λειτουργία του σχολείου. Την ίδια ώρα η αποκεντρωμένη Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης μαζί με τις κατά τόπου Διευθύνσεις και τους λεγόμενους κοινωνικούς εταίρους (Δήμους, επιχειρήσεις κλπ) θα κάνουν φύλο και φτερό τα υπολείμματα των εργασιακών δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών.
Μέσα από την αποκεντρωμένη λειτουργία της εκπαίδευσης επιχειρείται να σπάσει ο όποιος ενιαίος χαρακτήρας της παρεχόμενης εκπαίδευσης έχει απομείνει καθώς η καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου συνδέεται με ένα νήμα με τη λειτουργία μιας εκπαίδευσης ευέλικτης, διαφοροποιημένης και ανταγωνιστικής.
H ανάθεση μεγάλου μέρους της ευθύνης για τη χρηματοδότηση, τη λειτουργία, τους προσανατολισμούς κάθε εκπαιδευτικού ιδρύματος στο εκπαιδευτικό προσωπικό, τους εκπαιδευόμενους, τους γονείς, την «τοπική κοινωνία» και τους «παραγωγικούς φορείς» (δηλαδή τις επιχειρήσεις), είναι φανερό ότι καλλιεργεί την τάση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων να υποχωρήσουν στις απαιτήσεις των «πελατών», αφού η συντήρηση ή η ανάπτυξή τους εξαρτώνται άμεσα από τη «ζήτηση» των εκπαιδευτικών «προϊόντων» τους. Τα «αποκεντρωμένα» σχολεία για παράδειγμα θα παραμερίζουν πιο εύκολα τη γενική μόρφωση σε όφελος των δεξιοτήτων που ζητά η αγορά, για να γίνονται πιο προσφιλή στις επιχειρήσεις εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη χρηματοδότηση.
Η παιδαγωγική και η διδακτική, οφείλουν να υποταχθούν σε μια νέα αντίληψη που έχει σχέση περισσότερο με την επιχειρηματική λογική αφού το σχολείο θα λειτουργεί κριτήριο την εξεύρεση κονδυλίων και να προσαρμόζει τη λειτουργία του σ΄ αυτή την προοπτική. Είναι σαφές ότι οι Δήμοι θα αναζητήσουν πόρους από ιδιωτικές επιχειρήσεις - χορηγούς, από νέους δημοτικούς φόρους και από εισφορές γονέων καθώς η τοπική αυτοδιοίκηση έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ανταποδοτικά τέλη για τη λειτουργία των σχολείων της περιοχής της. Αυτή, βεβαίως είναι μια μέθοδος μετακύλησης του κόστους λειτουργίας του σχολείου για μια ακόμη φορά στον οικογενειακό προϋπολογισμό ο οποίος ήδη στενάζει.
Είναι φανερό ότι μέσα από την επιχείρηση «αποκέντρωση της εκπαίδευσης» προωθείται η μεταφορά της ευθύνης και του κόστους στη λαϊκή οικογένεια, η διευκόλυνση της εισόδου του κεφαλαίου στην εκπαίδευση και η ένταση της ταξικής διαφοροποίησης. Με λίγα λόγια ανοίγουν οι πόρτες και τα παράθυρα για να κυριαρχήσει ο άνεμος της ιδιωτικοποίησης και να δυναμώσουν οι ρίζες του ευέλικτου σχολείου της αγοράς.
Να το πούμε καθαρά: Όσοι παραμένουν ξύπνιοι για να μπορούν να ονειρεύονται ΑΝΑΣΤΑΣΗ των ΖΩΝΤΑΝΩΝ, ξέρουν καλά ότι τα προβλήματα δεν είναι εκπαιδευτικά. Είναι πολιτικά και οικονομικά που αντανακλώνται στην εκπαίδευση.
Πρέπει να μπει τέλος στην παραλυτική αναμονή. Αν δεν ταράξουμε τα νερά θα ζήσουμε και εμείς και οι μαθητές μας μέσα στη λάσπη. Οργανωμένα. Όχι χωριστά, ούτε υποταγμένα. Κι όποιος, χωμένος στις συστάδες των θάμνων που τον περιβάλλουν, χάνει το δάσος από το οπτικό του πεδίο, δεν έχει παρά να υποβληθεί στη βάσανο να κάνει λίγο πίσω ή λίγο μπρος και να δει τα πράγματα όπως έχουν, όπως φτιάχτηκαν κι όπως προοιωνίζονται για αύριο. Δύσκολα πράγματα, αλλά απολύτως αναγκαία.
Πηγή: Αντιτετράδια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου